Μιχάλης Μπακάκης η… αποκάλυψη, λοιπόν. Ο 31χρονος δεξιός μπακ, στην πρώτη του μεγάλη συνέντευξη μετά το τέλος της 8χρονης πορείας του στην ΑΕΚ άνοιξε την καρδιά του στο Gazzetta.
Ξετυλίγοντας το φιλμ της πορείας του, εντός και εκτός αγωνιστικών χώρων, θυμήθηκε τα παιδικά του χρόνια όταν κaι ο πατέρας του τον πίεζε για να γίνει ποδοσφαιριστής. Πώς από Ολυμπιακή οικογένεια έγινε Παναιτωλικός… μέχρι κόκκαλο. Οι αποφάσεις ζωής που είχαν μέσα μεγάλα «όχι» αλλά και «ναι».
Όπως το «όχι» στην ανανέωση της συνεργασίας του με τα «καναρίνια» όταν ήταν ακόμη στο… επαγγελματικό του φτερούγισμα, αλλά και το μεταγενέστερο «ναι» στο νέο συμβόλαιο ώστε να φέρει στην ομάδα που τον ανέδειξε χρήματα θέλοντας να φύγει με κανονική μεταγραφή και όχι ως ελεύθερος. Ή το «όχι» σε ομάδα του Top-3, όταν ήταν στην ΑΕΚ, παρόλο που και πάλι τα χρήματα που του προσφέρονταν ήταν περισσότερα απ’ αυτά που έπαιρνε.
Τι λέει για τον Τεννέ, που του είπε: «Μικρέ έχεις χρόνια να παίξεις μπάλα», για το ματς με την Βέλεζ από το οποίο ουσιαστικά άρχισε να αποτελεί… ξένο σώμα για την Ένωση, για τη μη ειλικρινή στάση απέναντί του, όπως ο ίδιος υποστηρίζει, τους «Ντάνι Άλβες» που έφερνε κάθε χρόνο η ομάδα αλλά στο τέλος έπαιζε πάντα εκείνος και τώρα και πάλι ο Παναιτωλικός.
Η ζεστή αγκαλιά που του έλειπε και τη βρήκε για…. τρίτη φορά στην αγαπημένη του οικογένεια. Όπως γίνεται και στη ζωή, στα δύσκολα, θες τους δικούς σου δίπλα σου και ο Μιχάλης στα εύκολα – αλλά κυρίως στα δύσκολα – έχει τον Παναιτωλικό δίπλα του. Χιλιάδες αναμνήσεις, καλές και κακές, στοιβαγμένες σε αράδες, μέσω των οποίων ο διεθνής ακραίος οπισθοφύλακας ξετύλιξε το κουβάρι της ποδοσφαιρικής και μη ζωής του. Οι χαρές και οι πίκρες έγιναν ένα, συναισθήματα που εναλλάσσονταν διαρκώς και υπήρχε μόνο ένας κοινός παρονομαστής: Η αγάπη για το ποδόσφαιρο.
Πες μας λίγο για τα παιδικά σου χρόνια.
«Ο πατέρας μου έπαιζε μπάλα στο χωριό, αλλά ο παππούς δεν τον άφησε να φύγει. Τον είχαν ζητήσει από τον Παναιτωλικό που ήταν τότε σε Α’-Β’ Εθνική, αλλά ο παππούς μου – όπως είπα – δεν τον άφηνε. Οπότε είχε απωθημένο να κάνει εμένα ποδοσφαιριστή και ήταν συνέχεια από πίσω μου. Πήρα πολλά και από την Ακαδημία γιατί παίζαμε και μ’ άλλες ομάδες από τις γύρω περιοχές και με τις Ακαδημίες του Ολυμπιακού. Το επόμενο βήμα ήταν η Ακαδημία του Παναιτωλικού».
Πάντα ως δεξί μπακ;
«Όχι, δεν ήμουν δεξί μπακ. Επαιζα αμυντικό χαφ περισσότερο, γύρισε μπακ στη Γ’ Εθνική. Μπακ με έκανε ο Βασίλης Νταλαπέρας. Ήταν τη χρονιά που δεν πηγαίναμε για άνοδο και στις 10 τελευταίες αγωνιστικές πήραμε 10 παιχνίδια (σ.σ. είναι η σεζόν που η ομάδα ανέβηκε στο μπαράζ της Νέας Σμύρνης). Σ’ αυτά έπαιξα δεξί μπακ και εκεί ‘βαφτίστηκα’ δεξί μπακ».
Ο μπαμπάς τι θέση έπαιζε;
«Ήταν το κοντό 10άρι, ντριμπλαδόρος… Πώς είμαι εγώ; Καμία σχέση! (γέλια)».
Στην Ακαδημία, ο προπονητής που σε βοήθησε να εξελιχθείς;
«Ο Γιώργος Ασπρογέρακας. Είχε την Ακαδημία και ήταν και προπονητής. Μας έμαθε πολλά πράγματα – ειδικά σε θέματα πειθαρχίας».
Στην Ακαδημία γκολ έβαζες;
«Αρκετά. Ο μπαμπάς όμως ήταν αυτός που με πίεζε παραπάνω. Βοήθησε πολύ να πάω και στον Παναιτωλικό».
Άλλα αδέρφια έχεις;
«Δύο αδερφές».
Γι’ αυτό έβγαλε όλη την τρέλα του επάνω σου.
«Ναι, ναι».
Είσαι κι ο μικρότερος;
«Ναι».
Άρα έκανε παιδιά μέχρι να βγάλει τον γιο. (γέλια)
«Ήθελε να βγάλει τον ποδοσφαιριστή».
Οι αδερφές σου με τι ασχολούνται;
«Τη μία αδερφή μου την είχε βάλει στην Ακαδημία, γιατί υπήρχε και τμήμα Γυναικών. Όμως δεν της άρεσε πολύ και σταμάτησε».
Με το σχολείο εσύ πώς τα πήγαινες;
«Με πίεζε και η μάνα μου και ο πατέρας μου. Όταν ήταν να έρθω στο Αγρίνιο για την Ακαδημία του Παναιτωλικού, μου είχαν πει: “Αν δεν είσαι καλός στα γράμματα θα γυρίσεις πίσω”. Μ’ αυτόν τον όρο είχα έρθει 16 ετών στο Αγρίνιο. Ήμουν παιδί και έμενα και μόνος μου».
Όχι με κάποιον συμπαίκτη σου;
«Μόνος μου. Πήγαινα και φροντιστήριο… Το πρωί σχολείο, φροντιστήριο, προπόνηση. Από Β’ Λυκείου αυτή ήταν η ζωή μου. Στη Γ’ Λυκείου ήμουν επαγγελματίας. Παίζουμε το μπαράζ ανόδου και την επόμενη έδινα Πανελλήνιες. Θυμάμαι ότι κάναμε το γλέντι την ημέρα της ανόδου και την επόμενη έγραφα».
Τι μάθημα;
«Δεν θυμάμαι».
Τι βαθμό έβγαλες στις Πανελλήνιες;
«Δεν θυμάμαι αλλά πέρασα στο Τμήμα Δομικών Εργων. Δεν πήγα ποτέ όμως. Αν δεν κάνω λάθος έβγαλα 13.500 μόρια. Εκείνη την περίοδο είχα όνειρο να γίνω επαγγελματίας, έπαιζα τα μπαράζ της ανόδου και είχα και τις Πανελλήνιες. Φανταστείτε πόσο δύσκολο ήταν για μένα όλο αυτό».
Και τελικά, πώς πήγες στην Ακαδημία του Παναιτωλικού;
«Από 8-9 χρονών έπαιζα στην Ακαδημία, πιο πριν έπαιζα με τον μπαμπά. Επειδή έπαιζα και στην ΕΠΣ Αιτωλοακαρνανίας. Ήταν πολύ σημαντικό αυτό τότε. Ο Νταλαπέρας με ήξερε γιατί τον είχα προπονητή εκεί. Εκείνος είπε να έρθω στην Ακαδημία του Παναιτωλικού».
Άρα, ο Νταλαπέρας ήταν ο άνθρωπος «κλειδί» στην καριέρα σου;
«Και για να έρθω στην Ακαδημία αλλά και στη μετέπειτα εξέλιξή μου. Αυτός ήταν προπονητής στην Ακαδημία και είπε: “Μπορεί να γίνει επαγγελματίας”. Όταν έγινα επαγγελματίας, 17 ετών δεν έπαιζα στην αρχή. Στο τέλος της σεζόν έγινε προπονητής ο Νταλαπέρας και εκείνος με βάφτισε δεξί μπακ».
Ήταν η χρονιά που δεν κουρευόντουσαν οι παίκτες για γούρι. Εσύ έχεις κάποιο γούρι;
«Ναι, βάζω το αριστερό παπούτσι πρώτο, μπαίνω στο γήπεδο με το δεξί και κάνω το σταυρό μου».
Στη χρονιά της ανόδου, πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί να διαχειριστεί ότι γίνεται επαγγελματίας πριν ενηλικιωθεί και ζει την ομάδα στο ξεκίνημα των καλών χρόνων;
«Ήταν φανταστικά. Μας αποθέωνε όλο το Αγρίνιο, γιατί είναι μια μικρή περιοχή και όλοι ασχολούνται με την ομάδα. Ήμουν και ‘γω το “αστεράκι”, το ταλέντο. Ξεκινούσε η ομάδα στη Β’ Εθνική με πολύ καλές ομάδες στην κατηγορία. Ήταν ό,τι καλύτερο».
Εκεί, έπιασες τον εαυτό σου να «ψωνίζεται»;
«Κοιτάξτε, θα σας πω… Το Αγρίνιο δεν είναι Αθήνα, να σε παίρνουν συνέχεια δημοσιογράφοι και να γράφουν συνέχεια για σένα. Δεν έχεις την ίδια δημοσιότητα».
Ναι, αλλά μόνο και μόνο που βγαίνεις στο δρόμο και σε χαιρετούν όλοι…
«Θα σας πω. Τότε, οι μεγαλύτεροι παίκτες της ομάδας, τους μικρότερους τους είχαν μαζεμένους. Αν έβλεπαν ότι πάνε να πάρουν αέρα τα μυαλά μου, κατευθείαν είχε σφαλιάρα. Ο πρώτος που με προσγείωνε ήταν πάντα ο Μάκης Μπελεβώνης».
Καμιά προσωπική ιστορία που θυμάσαι;
«Όταν είχα ανέβει από την ακαδημία, ήταν της μόδας να αφήνουμε χαίτη. Στην ομάδα μας ήταν ο Νάιντος από τον Άρη. Μία μέρα πριν από την έναρξη της προετοιμασία μού είπε ο Νάιντος: “Ή την κόβεις ή παίρνω ψαλίδι και στην κόβω εγώ”. Και ‘γω τι έκανα; Πήγα, κουρεύτηκα και μετά πήγα στο γήπεδο.
Μια άλλη ιστορία που θυμηθήκαμε πρόσφατα με τον Μάκη. Εγώ είχα μπει σε μια παρέα με πιο έμπειρους παίκτες. Στο κορόιδο που παίζαμε ήμουν μαζί τους. Σε μια φάση, του κάνω ποδιά και του λέω: “΄Ώπα Μπέλε”. Με το που το είπα αυτό… δεν φαντάζεστε τι κλωτσιά έφαγα.
Τότε οι μικρότεροι σέβονταν τους μεγαλύτερους, τώρα δεν είναι έτσι τα πράγματα. Τώρα, έχει αλλάξει το σκηνικό. Λένε: “Όταν μιλάει ο μικρός άσε τον να μιλήσει να έχει προσωπικότητα”. Το να μην σέβεται όμως δεν νομίζω ότι του χτίζει προσωπικότητα. Στην προπόνηση, ο μικρός είναι ίσος με όλους. Θα πάει δυνατά στη φάση, θα βρίσει, θα σου δώσει συμβουλή, θα έχει τον ποδοσφαιρικό τσαμπουκά. Όταν τελειώνει η προπόνηση όμως, θα σέβεται. Θα κουβαλήσει νερά, θα κάνει πολλά.
Μετά πάμε στη Β’ Εθνική με Γκόγκιτς και με καλούν στην Εθνική Νέων με τον Γ.Χ. Γεωργιάδη προπονητή. Όλοι ήταν από τις Ακαδημίες του Ολυμπιακού, του Παναθηναϊκού, της ΑΕΚ και εγώ ήμουν ο μόνος από την επαρχία και τη Β’ Εθνική. Θυμάμαι με κάλεσε ο Γ.Χ. και μου είπε να μην νιώθω μειονεκτικά. Τότε στην ομάδα ήταν οι Βαλεριάνος, Κουτρουμπής, Μανωλάς, Λαγός, Φέτσης, Καρέλης… Παίκτες που παίζουν ακόμη. Ο Γ.Χ μου είπε να μην αγχώνομαι και ότι η κατηγορία που έπαιζα ήταν πιο δύσκολη. Ετσι, ήμουν πιο άνετος. Με τον Γκόγκιτς στον Παναιτωλικό έπαιξα 10-11 ματς, αλλά μετά έφυγε».
Για πες μας για τον Γκόγκιτς.
«Εντάξει, σεβασμός. Μου έδωσε και με έμαθε πολλά πράγματα. Ήταν η χρονιά που είχα ξεκινήσει να παίζω δεξί μπακ από την αρχή. Και φεύγει ο Γκόγκιτς και έρχεται ο Τεννές.
Μου λέει: “Μικρέ, πόσο χρονών είσαι”; Του λέω: “17”. Και μου απαντάει: “Εχεις χρόνια να παίξεις μπάλα”. Και από την ίδια Κυριακή, με έστειλε στην Κ20. Εγώ ήθελα να ήμουν με την ομάδα όμως και να κάνω προπονήσεις. Από εκεί που ήμουν βασικός, δεν έπαιζα καθόλου. Από την άλλη Κυριακή μάλιστα με έστειλε στην Κ20 χωρίς να με ρωτήσει καν».
Στον Τεννέ μίλησες ή όχι;
«Πήγα και του μίλησα γιατί το είχα αυτό το θράσος. Μου είπε ότι προτιμάει να παίζουν πιο έμπειροι. Η ομάδα πήγε καλά, ανέβηκε. Δεν μπορούσε να του πει κάποιος κάτι».
Μετά όταν βρεθήκατε αντίπαλοι, είπατε κάτι;
«Όχι, εντάξει, που να φανταζόταν κι αυτός πόσο θα εξελιχθώ. Όλοι οι άνθρωποι κάνουν λάθη. Όμως μου έκοψε τη φόρα όταν ήμουν σε μια φάση που έπαιζα. Απλά, προτιμάει παίκτες σε μεγάλη ηλικία, δεν μπορεί τους μικρούς».
Τότε, δεξί μπακ στον Παναιτωλικό ποιος έπαιζε;
«Είχε έρθει ο Ρότσα, έβαζε τον Παλαιολόγο και δεν έβαζε εμένα… Αυτό. Και μετά είναι η χρονιά που ανεβαίνει η ομάδα κι ο Μάκης Μπελεβώνης (σ.σ. ο πρόεδρος), πιάνει τον μπαμπά μου σε έναν αγώνα και του λέει: “Πες στον Μιχάλη να έρθει να ανανεώσει”. Εγώ, επειδή δεν έπαιζε τους λέω: “Επειδή δεν παίζω, δεν ανανεώνω. Θέλω να πάω να παίξει και εδώ με τον προπονητή αυτόν δεν πρόκειται να παίξω, οπότε θέλω να φύγω”. Τελικά, πήρα την απόφαση να φύγω. Πίστευα στον εαυτό μου, έλεγα ότι δεν γινόταν να έχω κάνει όλα αυτά τα πράγματα και ξαφνικά να μην ήξερα μπάλα. Και φεύγω σαν ελεύθερος».
Μεγάλη απόφαση για ένα παιδί.
«Ναι, ήμουν 18 ετών, αλλά δεν ήθελα να είμαι κάπου για τα λεφτά. Δεν είχα μπει καν στη συζήτηση για το οικονομικό. Δεν με ενδιέφερε. Το μόνο που ήθελα είναι να παίζω. Είχα κάνει τα ματς μου στη Β’ Εθνική, ήμουν στην Εθνική Νέων από την οποία και σταμάτησα γιατί δεν έπαιζα. Πείτε το ότι ήταν μια τρελή απόφαση. Εφυγα και πήγα στα Χανιά».
Πέρα από τα Χανιά, είχες άλλη πρόταση;
«Καμία, καμία… Είχα να παίξω μήνες, ήμουν πιτσιρικάς και δεν είχα κάνει την καριέρα για να με ξέρουν. Και τυχαίνει και πάλι ο Νταλαπέρας, μίλησε με τον Γιάννη Πετράκη και του είπε: “Είναι καλός αυτός, πάρτον”. Ετσι πήγα στα Χανιά.
Πολύ καλός άνθρωπος ο Γιάννης Πετράκης, με βοήθησε πάρα πολύ. Τελειώνει η χρονιά και με θέλει ο Εργοτέλης. Είχα επαφές με τον Λαμπράκη, είχε κάνει τη σύσταση κι ο Πετράκης. Η ομάδα ήταν στη Β’ Εθνική. Μου έδιναν και καλά λεφτά. Όμως, τότε ήταν η στιγμή που πέθανε ο συγχωρεμένος ο Παπουτσάκης. Ετσι πήρε παράταση η υπόθεσή μου. Φεύγω από την Κρήτη και έρχομαι Αθήνα, στην αδερφή μου. Μου κανονίζει ο Κίμωνας ο Κοκκορόγιαννης να πάω για δοκιμαστικά στην ΑΕΚ. Στην καταστροφική χρονιά της ΑΕΚ που έπεσε. Κάνω 6-7 προπονήσεις και η ομάδα ήταν να πάει για προετοιμασία στην Αγγλία. Τότε τεχνικός διευθυντής ήταν ο Τσιάρτας και προπονητής ο Βλάχος. Μου είπαν: “Ελα στην Αγγλία, στην προετοιμασία και θα κάνουμε μετά συμβόλαιο”. Τους απάντησα: “Παιδιά αν έρθω στην προετοιμασία μαζί σας και πάθω κάτι χωρίς συμβόλαιο, τι θα κάνω; Δεν θα με θέλει και κανένας. Δεν έρχομαι”.
Εγώ τότε, συνέχισα να μιλάω με τον Εργοτέλη και με παίρνει τηλέφωνο ο Μάκης ο Μπελεβώνης, ο μικρός. Του είπα ότι θα πάω μάλλον στον Εργοτέλη. Μου λέει: “Αύριο το πρωί έλα κάτω να υπογράψεις”. Ο Τεννές είχε φύγει και είχε έρθει ο Καραγεωργίου. Τα έβαλα κάτω, τα σκέφτηκα και είπα: “Θα πάω να παλέψω και θα πάρω τη θέση μου”. Η ομάδα δεν είχε ξεκινήσει καλά, φεύγει ο Καραγεωργίου και έρχεται ο Χάβος. Στην αρχή ο Χάβος δεν με έβαζε. Eπαιζε ο Αραμπατζής, εμένα με έβαζε λίγο ως εξτρέμ. Μέσα στα Μέγαρα σε ένα ματς με τον Βύζα μπήκα δεξί εξτρέμ και είχα δοκάρι. Την επόμενη αγωνιστική παίζουμε μέσα με την Καλλιθέα, με βάζει πάλι αλλαγή. Ισοφαρίζω και από τότε ο Χάβος με είχε πάντα μέσα ως δεξί μπακ. Εκείνη τη χρονιά ανεβήκαμε…».
Μισό λεπτό. Τελειώνει το ματς στο Βόλο με τον Ολυμπιακό. Όλη η Ελλάδα ρωτάει «ποιος είναι ο Μπακάκης» και ενώ νομίζαμε ότι είχες συμβόλαιο με τον Παναιτωλικό και είχες και προτάσεις, τελικά έμεινες στον Παναιτωλικό. Γιατί και ποιες ομάδες σε είχαν προσεγγίσει;
«Ομάδες δεν θα πω, ήταν πάντως από το Top-6 και με περισσότερα λεφτά. Εμεινα όμως, γιατί ο Παναιτωλικός ήταν η ομάδα που αγαπούσα. Τα έβαλα κάτω και τα σκέφτηκα. Είπα: “Εφυγα, γύρισα και αναδείχθηκα σ’ αυτήν την ομάδα. Αν φύγω, θα πάω σε μια ομάδα ως ο πιτσιρικάς που δεν με ήξεραν. Μπορεί να βρεθεί κάποιος πιο έμπειρος και να κάνω τα ρεπό του. Εδώ είναι η ομάδα που σε ξέρουν, είναι η ομάδα του τόπου σου. Αν είσαι καλός, υπογράφεις συμβόλαιο και θα κάνεις μεταγραφή να πάρει λεφτά και η ομάδα”. Ετσι ανανέωσα για τρία χρόνια και την επόμενη χρονιά έφυγα με μεταγραφή».
Εκείνη η χρονιά ήταν που έπαιζες μαζί με τον Γκάλο.
«Εκείνη τη χρονιά έρχεται κι ο Γκάλο, ήμασταν μια ομάδα νεοφώτιστη. Ο Γκάλο ήταν πολύ καλός παίκτης και κάπως έπρεπε να χωρέσουμε. Επαιζε μία ο Γκάλο μπακ και εγώ εξτρέμ και το αντίθετο. Ο Χάβος με έβαζε 8άρι, με είχε βάλει αριστερό μπακ, με είχε βάλει 10άρι, δεξί εξτρέμ, αριστερό εξτρέμ. Παντού! Παίζαμε π.χ. με τον Ολυμπιακό, που αριστερά είχε τον Χολέμπας και θέλαμε να τον κλείσουμε, θα έπαιζα δεξί εξτρέμ. Ήμουν πασπαρτού και τα καλύτερά μου ματς τα είχα κάνει ως αμυντικό χαφ τότε».
Θυμόμαστε το ματς με τον Ολυμπιακό Βόλου που έκρινε την άνοδο το 2013 όπου μάρκαρες τον Μπρέσκα παντού.
«Παιδιά, είχα εντολή να πηγαίνω όπου πήγαινε κι ο Μπρέσκα. Και στη φάση που κάνω ασίστ στον Κουτσοσπύρο, μου λέει ο Αραμπατζής έλα να αλλάξουμε πλευρά.
Κάνει το βαλέ ο Στεφανάκος και τη στιγμή της αλλαγής πλευράς μού έρχεται η μπάλα και κάνω τη σέντρα στον Κουτσοσπύρο για το γκολ».
Από τη χρονιά της ανόδου, που έκανες και το μεγάλο «μπαμ», τι άλλο θυμάσαι;
«Είχαμε πολύ ωραίο κλίμα και με έμπειρους παίκτες και με πιτσιρικάδες. Ημασταν αρκετά παιδιά που ανεβήκαμε από την Β’ στην Α’. Είχαν έρθει και καλοί παίκτες… Είχαμε τον Καμαρά στα καλά του».
Υπάρχει εξήγηση για το πώς έκανε ό,τι έκανε στα 37 του;
«Παιδιά είναι στον οργανισμό του καθενός. Γιατί ο Ρονάλντο τώρα πώς κάνει όλα αυτά στα 37 του; Το είχε μέσα του, ήταν και πανέξυπνος. Ήξερε πότε θα κάνει σπριντ, πότε θα κάνει κίνηση, πότε θα ξεκουραστεί. Δεν θα έκανε 10 σπριντ, αλλά 4. Όμως ήξερε πότε θα φύγει για να κάνει το γκολ».
Από ποιους πήρες πράγματα στην εξέλιξή σου;
«Ο Μάκης Μπελεβώνης και τη χρονιά στη Γ’ και μετά με συμβούλευε συνέχεια. Μου έδωσε πολλά σε θέματα νοοτροπίας».
Όταν πήγες στα Χανιά ένιωσες απογοήτευση;
«Όχι αλλά είπα: “Ή κάνεις καλή χρονιά και ανεβαίνεις ή τελείωσες. Θα πας στη σχολή σου, ΤΕΙ Πειραιά και θα σπουδάσεις”. Μετά ανεβήκαμε στην Α’ Εθνική, έγραφαν ότι με θέλει ο Ολυμπιακός, η ΑΕΚ…».
Απ’ ό,τι γράφτηκε τι ίσχυε;
«Όταν τα έγραφαν εγώ δεν ήξερα τίποτα. Ήμουν πιτσιρικάς… Αν μιλούσαν με την ομάδα αυτό δεν το ξέρω».
Ισχύει ότι όταν πήγες στην ΑΕΚ, σου είπαν το πρωί: «Πάμε στην ΑΕΚ»;
«Όχι, δεν το έμαθα τις τελευταίες ώρες».
Πόσο δύσκολο είναι για ένα παιδί, τότε, 22 ετών που ήσουν και το Golden Boy της ομάδας, να ξέρει ότι την ώρα που παίζει τα μάτια των «μεγάλων» είναι καρφωμένα πάνω του;
«Γενικά, όταν έχω κίνητρο παίζω καλύτερα. Αν δεν έχω κίνητρο δεν πιέζω τον εαυτό μου παραπάνω».
Τουπέ απέκτησες;
«Τουπέ… Όχι δεν είχα. Είχα όμως προσωπικότητα, ήθελα να κάνω πράγματα. Εκανα παρέα με παιδιά που με προσγείωναν. Εκανα παρέα με τον Μουμίν, τον Γκόλια. Μου έλεγαν: “Είναι η χρονιά σου, αλλά”. Με προσγείωσαν. Ο Μουμίν ήταν και στον ΠΑΟΚ, ήξερε ότι η σφαλιάρα έρχεται γρήγορα».
Ο μάνατζερ σου, μετά τι σου είπε για τις προτάσεις που υπήρχαν;
«Μου είπε ότι υπήρχαν προτάσεις και μου είχε πει ότι μιλούσε για τον Ολυμπιακό. Ήμουν ενθουσιασμένος που με ήθελε ο Ολυμπιακός».
Μικρός ποια ομάδα υποστήριζες;
«Παναιτωλικό, ήμουν και από την περιοχή…».
«Μεγάλη» ομάδα; Καμία;
Όταν ήμουν πολύ μικρός, δεν θα πω ψέματα, στην οικογένειά μου όλοι ήταν Ολυμπιακοί. Μετά που πήγα στον Παναιτωλικό τελείωσε αυτό. Μου μπήκε και στη νοοτροπία ότι είμαι επαγγελματίας και είμαι και στην ομάδα του τόπου μου.
Σε ήθελε ο πρωταθλητής Ολυμπιακός και σε ήθελε κι η ΑΕΚ του Δέλλα που ήταν στην Β’ Εθνική και πήγαινε για άνοδο…
«Ο ατζέντης μου μού είπε ότι μιλάει με τον Ολυμπιακό, αλλά δεν είχε έρθει επίσημη πρόταση ποτέ. Ήταν η χρονιά που ο Ολυμπιακός έπαιρνε πολλούς παίκτες και τους έδινε δανεικούς. Αυτό με φόβιζε. Ελεγα: “Λες να είμαι ένας απ’ αυτούς και να πάω δανεικός και να γυρίσω στον Παναιτωλικό;”. Τότε με πήρε ο Λυμπερόπουλος τηλέφωνο, είχε έρθει στο Αγρίνιο και μου ανέλυσε το project. Τότε η ΑΕΚ είχε πάρει Ελληνες παίκτες όπως ο Λαμπρόπουλος, ο Αραβίδης, ο Ανέστης για να χτιστεί η ομάδα για την Α’ Εθνική. Το σκέφτηκα και το είδα ως ευκαιρία να πάω στην ΑΕΚ. Ήταν πιο σταθερό και πιο σίγουρο το βήμα να πάω στην ΑΕΚ. Και δικαιώθηκα όπως φάνηκε γιατί έμεινα στην ομάδα 8 χρόνια».
Για να κλείσουμε το κεφάλαιο «Παναιτωλικός», πώς θυμάσαι τη χρονιά της μεταγραφής σου;
«Είχαμε τερματίσει στην 7η – 8η θέση. Είχαμε πολύ καλή ομάδα, κάναμε καλά ματς. Δεν ήμασταν οι νεοφώτιστοι που παλεύαμε να σωθούμε. Το απολαμβάναμε. Ήταν μια μαγική χρονιά».
Φεύγοντας τι θυμάσαι;
«Ευχαρίστησα τον κύριο Κωστούλα γιατί δεν ζήτησε τρελά λεφτά. Μου είχε πει ότι δεν θα μου έκοβε το επόμενο βήμα. Και τον Μάκη Μπελεβώνη ευχαρίστησα. Εφυγα με τρομερές σχέσεις».
Το πρώτο πράγμα που έβαλες στην τσάντα σου για Αθήνα;
«Όχι κάτι συγκεκριμένο. Τα ποδοσφαιρικά μου μόνο».
Τα πρώτα σου λεφτά από το επαγγελματικό σου συμβόλαιο τι τα έκανες;
«Η αλήθεια είναι ότι επειδή δεν μου έλειψε τίποτα ποτέ, δεν είχα την κάψα να πάω να πάρω κάτι. Στο σπίτι μου ήμουν, το αυτοκίνητό μου το είχα… Θυμάμαι είχα αλλάξει σπίτι, είχα πάει σε ένα μεγαλύτερο. Το αυτοκίνητό μου που μου είχε πάρει ο πατέρας μου το είχα από μικρός».
Μετά στην ΑΕΚ;
«Επειδή είμαι λάτρης των αυτοκινήτων είχα πάρει ένα Audi TTs».
Η ζωή στην Αθήνα πώς σου φάνηκε;
«Στην Αθήνα ήταν οι αδερφές μου, είχα φίλους που σπούδαζαν. Είχα παρέες. Όμως πήγαινα σε μια μεγάλη ομάδα. Δεν ήξερα κάποιον, μόνο που τους είχα παίξει αντιπάλους, αλλά είπα: “ΟΚ”».
Πρώτη μέρα στο προπονητικό της ΑΕΚ;
«Πολύ άγχος. Καινούργιοι παίκτες, πολύ μπλοκαρισμένος. Ήταν και τα άλλα παιδιά που ήταν από την Α’ Εθνική. Ήμασταν στο ίδιο επίπεδο, δέσαμε γρήγορα γιατί ήμασταν πολλοί Ελληνες».
Ξένοι ήταν ελάχιστοι…
«Ο Καρντόσο ήταν, ο Μπρέσεβιτς και ο Ζόριτς».
Εσύ ποιου επιλογή ήσουν;
«Του Λυμπερόπουλου».
Η γνώμη σου για τον Δέλλα και τον Μπάγεβιτς;
«Πολύ ωραίος και πολύ καλός προπονητής. Μας έμαθε πράγματα και σαν χαρακτήρας δεν ήταν: “Εγώ είμαι και κανένας άλλος”. Εκανε και το χαβαλέ του όταν έπρεπε. Μας έδινε και τα γκάζια όταν έπρεπε.
Ο Μπάγεβιτς δεν μιλούσε πολύ, εγώ δεν είχα πει πολλά μαζί του. Το ότι ήταν ο Μπάγεβιτς εκεί όμως σε έκανε να νιώθει μεγαλύτερη σιγουριά. Η χρονιά στη Β’ ήταν μαγική, στο τέλος χάσαμε δύο ματς στα οποία δεν είχα παίξει επειδή είχα πάθει το χιαστό».
Ο πρώτος μεγάλος τραυματισμός στην καριέρα σου.
«Ναι, στο ματς με τον Ολυμπιακό Βόλου. Η ομάδα δεν έπαιζε τόσο καλά εκεί. Στο Κύπελλο είχαμε χάσει με το χέρι του Χάρα…».
Ήταν χέρι;
«Ναι, καθαρό χέρι. Το VAR θα το είχε ακυρώσει. Τέλος πάντων, θυμάμαι ότι η ομάδα δεν έπαιζε καλά, δεν νικούσε εύκολα και υπήρχε μουρμούρα. Εγώ είχα τσαντιστεί και έπαιρνα τη μπάλα από πίσω. Ε, σε μία φάση ενθουσιασμού με έσπρωξε κάποιος στο γοφό, μου γύρισε το γόνατο και αυτό ήταν».
Δύσκολη περίοδος…
«Πολύ, γιατί σκέφτηκα ότι μπορεί να χάσω τη θέση μου στην Εθνική, στην ΑΕΚ. Σκεφτόμουν: “Πώς θα γυρίσω; Πώς θα είμαι”;».
Σε ψυχολόγο πήγες;
«Όχι».
Δεν πήγες ποτέ στην καριέρα σου;
«Πήγα, θα σας πω μετά πότε».
Τη χρονιά της ανόδου είχε πάρει η ομάδα και τον Γκάλο και άλλο ένα δεξί μπακ.
Ναι, αλλά το μόνο που με ενδιέφερε ήταν να γίνω καλά για να παίξω. Τίποτα άλλο. Δεν με ενδιέφερε ποιοι άλλοι ήταν για τη θέση αυτήν».
Από την ομάδα, σου μίλησε κάποιος εκείνη την περίοδο;
«Όχι, τίποτα…».
Εκεί ένιωσες ότι ήσουν μετέωρος;
«Όχι, δεν με ενδιέφερε τίποτα. Ήθελα να γίνω καλά για να μπω να παίξω. Τον Γκάλο η ομάδα τον είχε κλείσει πριν χτυπήσω εγώ».
Το λες κάπως αυτό…
«Η ομάδα είχε μπει στον προγραμματισμό για τη Super League. Εγώ έλεγα ότι αφού έπαιζα στη Β’ Εθνική και ήμουν και στην Εθνική Ομάδα, όποιον και να φέρουν, αν είμαι καλά εγώ θα παίζω. Όταν έφεραν τον Γκάλο, επειδή είχαμε παίξει μαζί και στον Παναιτωλικό, έλεγα ότι τον έφεραν για να κάνουμε και εδώ τα ίδια. Δεν μου είχε κακοφανεί. Ούτε καν».
Ο Δέλλας ήταν υπ’ ατμόν από την αρχή της σεζόν;
«Ο Δέλλας είχε το μέταλλο του νικητή, ήθελε να κερδίζει. Θυμάμαι το τότε ματς με τον Ολυμπιακό , ρίσκαρε. Δεν του βγήκε το ρίσκο και δεχτήκαμε τέσσερα γκολ. Η ομάδα έπαιζε το καλύτερο ποδόσφαιρο τότε. Για μένα ήταν άδικο που έφυγε».
Θυμάσαι την ομιλία του όταν σας αποχαιρέτησε;
«Όχι δεν θυμάμαι, δεν έχω και πολύ καλή μνήμη».
Μετά τον Δέλλα ακολούθησε ο Πογιέτ. Πως ήταν ως προπονητής;
«Τότε είχα αρχίσει να μπαίνω στις προπονήσεις μετά τον τραυματισμό μου αλλά δεν έπαιζα. Έπαιξα πρώτη φορά σε έναν αγώνα κυπέλλου. Θυμάμαι ένα ματς με τον Λεβαδειακό με είχε βάλει δεξί εξτρέμ. Μετά έφυγε. Δεν έπαιξα πολύ μαζί του. Είχαμε καλές σχέσεις αλλά δεν ήμουν στις επιλογές του. Ήταν καλός προπονητής. Η ομάδα πήγαινε καλά. Είναι προπονητής με προσωπικότητα. Είναι “τρελός” και θέλει να κερδίζει. Δεν τον ενδιαφέρει να παίρνει τα ματς με 2 ή 3 – 0.
Στο 1-0 δεν τον ένοιαζε να βγάλει σέντερ φορ και να βάλει στόπερ. Έπαιζε για το αποτέλεσμα. Όλοι θέλουν το αποτέλεσμα. Ειδικά στην ΑΕΚ αν κερδίσεις και κακά να παίξεις είναι “οκ πάμε παρακάτω”. Ο Πογιέτ με τον έναν ή τον άλλον τρόπο κέρδιζε. Αυτό είναι το πιο σημαντικό. Αυτό πρέπει να το περάσει και στην Εθνική μας. Πρέπει να κερδίζεις ακόμα και με “μισό” μηδέν».
Με τον Πογιέτ ακολούθησαν κάποια μαζεμένα αρνητικά αποτελέσματα από ένα σημείο και μετά. Υπήρξε πρόβλημα στα αποδυτήρια;
«Δεν είχαμε κάποιο εσωτερικό πρόβλημα. Θυμάμαι ήμασταν στο ξενοδοχείο μια μέρα πριν τον πρώτο ημιτελικό κυπέλλου με τον Ατρόμητο και μας ενημέρωσαν ξαφνικά πως φεύγει! Ήμασταν μετά την προπόνηση και είχε βγάλει κανονικά την αποστολή. Κανείς δεν το γνώριζε».
Παρά την αποχώρηση του Πογιέτ η ομάδα κατάφερε να πάρει το Κύπελλο…
«Μετά τον Πογιέτ ανέλαβε ο Στέλιος Μανωλάς με βοηθό τον Παναγιωτάρα. Περάσαμε τον Ατρόμητο και πήραμε με τον Κύπελλο κόντρα στον Ολυμπιακό. Στον τελικό είχα μπει αλλαγή στο 60′ και έπαιξα ως δεξί εξτρέμ. Πήραμε την πλευρά μαζί με τον Γκάλο».
Πως θυμάσαι την πρώτη σου κούπα;
«Πρώτος τελικός, με τον Ολυμπιακό κεκλεισμένων των θυρών στο ΟΑΚΑ και είχαμε το επιπλέον άγχος ότι ο Ολυμπιακός είχε σταματήσει καιρό τα παιχνίδια και υπήρχε γκρίνια πως δεν θα είναι καλός. Λέγαμε πως ήταν η μεγάλη μας ευκαιρία και αυτό μας δημιούργησε ένα άγχος. Ευτυχώς δόξα τω Θεώ το πήραμε».
Μίλησε μας για τον Στέλιο Μανωλά.
«Προσωπικότητα μεγάλη και πολύ καλός προπονητής. Δεν έκανε τρελά πράγματα, όμως έπαιρνε αυτό που ήθελε από τον κάθε ποδοσφαιριστή».
Μετά τον τελικό δεν προπόνησε ξανά;
«Όχι. Λογικά είχε φάει τόση πίεση στη ζωή του ως ποδοσφαιριστής της ΑΕΚ που δεν άντεχε άλλο (γέλια)».
Ένιωθες να σε φθείρει ψυχολογικά η πίεση στην ΑΕΚ;
«Σίγουρα. Ήξερες πως άμα έχανε η ομάδα θα έφταιγε ο Μπακάκης. Όχι μόνο ο Μπακάκης και άλλοι ποδοσφαιριστές, αλλά ήμουν μέσα σε αυτούς. Είτε φταίει είτε δεν φταίει. Ερχόντουσαν παίκτες και τους αποθέωναν ως παικταράδες, όμως όταν η ομάδα έχανε πάλι θα έφταιγε ο Μπακάκης. Ποιον δεν θα φθείρει αυτή η κατάσταση; Ο Μπακάκης που πάντα έφταιγε για όλα μια χρονιά δεν έπαιξε και η ΑΕΚ δεν βγήκε στην Ευρώπη».
Είχε πει ο Καπετάνος σε μια συνέντευξη στο Gazzetta πως ο Έλληνας φίλαθλος φοβάται μη δεν έχει η ομάδα του Έλληνες παίκτες για να βρίζει. Ισχύει;
«(Γέλια) Ισχύει. Άσε τον Μπακάκη. Ο Μάνταλος φταίει για όλες τις ήττες της ΑΕΚ; Δεν φταίει! Δεν φταίει…»
Είναι το εύκολο «θύμα» ο Μάνταλος;
«Γενικά να το δούμε, πάντα “φταίνε” οι Έλληνες. Είτε λέγεται Μάνταλος είτε Μπακάκης. Για ποιο λόγο φταίνε πάντα οι Έλληνες; Εγώ δεν ήθελα να κερδίσει η ομάδα μου; Οκτώ χρόνια ήμουν στην ΑΕΚ. Εγώ έχω περισσότερα οφέλη από τη νίκη της ομάδας. Μπορεί να πάρω μια μεταγραφή. Δεν χάνω τη θέση μου στην ομάδα. Εμείς δεν θέλουμε να κερδίζουμε; Θέλουμε. Ο κόσμος λέει θα τα πούμε στον Έλληνα. Ο ξένος σήμερα είναι αύριο δεν είναι. Δεν την πονάει την ομάδα. Ο Έλληνας την πονάει την ομάδα οπότε τα λέμε σε αυτόν. Ίσως το σκέφτονται έτσι».
Ποιο είναι το χειρότερο και πιο άδικο πράγμα που άκουσες;
«Για εμένα το πιο άδικο είναι πως μετά τα ευρωπαϊκά παιχνίδια με τη Βελέζ, ενώ στο δεύτερο ματς ήμουν από τους καλύτερους παίκτες, τελείωσα από την ΑΕΚ. Από εκείνη την μέρα είχα τελειώσει από την ΑΕΚ. Δεν ήταν αγωνιστικό. Αν περνούσαμε τη Βέλεζ θα έμενα εκτός πλάνων; Δεν νομίζω».
«Πλήρωσες» την πίεση που υπήρχε από τον κόσμο ώστε να «τιμωρηθεί» κάποιος για τον αποκλεισμό;
«Κάποιος έπρεπε να πληρώσει την αποτυχία και την πλήρωσα μόνο εγώ. Είδες να βγαίνει εκτός κάποιος άλλος βασικός παίκτης; Εγώ και ο Λόπες που έφυγε τις επόμενες μέρες. Να πω πως έκανα δυο πέναλτι ή έχασα πέναλτι τότε να πω “Φίλε ευθύνομαι για τον αποκλεισμό της ομάδας. Πάρε μου το κεφάλι”. Και αυτό βαρύ θα ήταν. Δεν μπορείς να πάρεις το κεφάλι ενός παίκτη αρχηγού, που βρίσκεται επτά χρόνια στην ομάδα και έχει προσφέρει τόσα. Μπορείς να του πεις να βρει ομάδα να φύγει. Να το διαχειριστείς αλλιώς. Από εκείνη τη μέρα ο Μπακάκης τελείωσε από την ΑΕΚ. Άλλο που ενημερώθηκα τον Οκτώβριο… Όταν ήρθε ο Γιαννίκης μου είπαν από την ομάδα πως ήμουν εκτός πλάνων. Πιο πριν έκανα προπονήσεις, έμπαινα αποστολές αλλά όταν η ομάδα χρειαζόταν δεξί μπακ δεν έμπαινε ποτέ ο Μπακάκης. Μου έλεγαν πως είναι απόφαση του προπονητή. Μετά όταν έφυγε ο προπονητής μου είπαν ότι είμαι εκτός πλάνων. Άρα συγγνώμη δεν ήταν απόφαση του».
«Πίσω από τον Μισελέν, ήμουν εγώ. Αλλαγή ποιος έμπαινε; Ο Σβάρνας. Ο Μπακάκης δεν έμπαινε»
Είχες μιλήσει με τον Μιλόγεβιτς για την κατάσταση;
«Ναι, είχαμε μιλήσει. Μου έλεγε πως προτεραιότητα έχει ο Μισελέν που ήταν μεταγραφή και τον θεωρούσε πιο πάνω από εμένα εκείνη τη χρονική περίοδο».
Και πίσω από τον Μισελέν;
«Εγώ, αλλά αλλαγή ποιος έμπαινε; Ο Σβάρνας που η κανονική του θέση είναι στόπερ. Ο Μπακάκης δεν έμπαινε. Εκεί καταλαβαίνεις πως δεν είναι αγωνιστικό το θέμα».
Άρα κάποιοι δεν ήταν ειλικρινείς μαζί σου;
«Όταν σου λένε πως είναι απόφαση του προπονητή να μην παίζεις είναι σεβαστό. Όταν μου είπαν πως είναι απόφαση του Μιλόγεβιτς δεν μίλησα ξανά σε κανέναν, έκανα κανονικά τις προπονήσεις μου και έλεγα πως θα γινόμουν καλύτερος για να παίξω. Όταν όμως έφυγε ο Μιλόγεβιτς και την πρώτη εβδομάδα του Γιαννίκη μου λένε πως είμαι εκτός πλάνων για εξωαγωνιστικούς λόγους, εκεί κατάλαβα πως και πριν δεν ήταν αγωνιστικό θέμα».
Αυτό ποιον «βαραίνει»;;
Δεν ξέρω. Εγώ σας λέω πως με ενημέρωσαν οι άνθρωποι της ΑΕΚ».
Με τον Γιαννίκη μίλησες;
«Δεν είχαμε να πούμε τίποτα αφού ήμουν εκτός . Μου είπε πως κάνω κανονικά προπονήσεις αλλά δεν υπολογίζομαι. Αυτό ήταν τελείωσε».
Ήταν δική σου απόφαση να παίξεις στη Super League 2 με την ΑΕΚ Β’;
«Ναι ήταν δική μου απόφαση. Λέω αφού δεν υπολογίζομαι να πάω να παίξω εκεί τουλάχιστον. Είχα ακόμα δύο χρόνια συμβόλαιο».
Υπήρχε κάποια πρόταση για να αποχωρήσεις νωρίτερα;
Το καλοκαίρι του 2020 επί Καρέρα μου ήρθε πρόταση από την Λεγανές και είπα στον Ίβιτς πως θέλω να φύγω και μου λέει ωραία ας μας κάνουν πρόταση. Εκαναν. Εγώ την έβλεπα την δουλειά πως δεν… τραβάει και ήθελα να φύγω για να αλλάξω περιβάλλον. Στα sites έγραφαν πως θέλει να φύγει ο Μπακάκης αλλά εγώ δεν έφυγα επειδή αρνήθηκαν να με δώσουν.
Έκανα τα παιχνίδια μου εκείνη τη σεζόν, μετά κόλλησα κορωνοϊό και είχα κάνει 16-17 παιχνίδια. Μετά τον Καρέρα ήρθε ο Χιμένεθ, εγώ έκανα 8 στα 8 παιχνίδια και κερδίσαμε σε αυτά. Είχα τραυματιστεί επειδή από εκεί που δεν έπαιζα ξαφνικά έκανα οκτώ διαδοχικά παιχνίδια. Πριν το ματς με τον ΟΦΗ οι γιατροί μου είχαν πει πως είμαι επίφοβος για ζημιά μετά από οκτώ διαδοχικά 90λεπτα και οι δικέφαλοι μου ήταν χάλια. Φυσικά δεν το έλεγες αυτό στον Χιμένεθ… Θα σε σκότωνε! Είπα να παίξω και όντως έπαθα μικρή θλάση. Από εκεί και πέρα η ομάδα έκανε ήττες και ο Χιμένεθ με πίεζε λέγοντας μου πως φοβάμαι. Μπαίνω στον αγώνα με τη Λάρισα που είχε χιονίσει και μου είχαν πει οι γιατροί πως μπορώ να παίξω μόνο για 45 λεπτά. Το ματς ήταν 0-2 στο ημίχρονο, δεν με έβγαλε, μπήκα με δυο προπονήσεις και έπαθα υποτροπή. Κανονικά δεν έπρεπε να παίξω. Γύρισα και μετά χτύπησα στο ζέσταμα στο ματς της Εθνικής με την Γεωργία στην Τούμπα. Είχα γυρίσει από την υποτροπή μου και είχα παίξει 90λεπτο στην ισοπαλία στην Ισπανία. Εγώ είμαι… τρελός. Όταν γυρίζω από τραυματισμό θέλω να μπαίνω κατευθείαν και να παίζω. Άλλος θα έλεγε να μην πάει για να το παίξει safe, όμως εγώ πήγα χτύπησα στον τένοντα και μετά έπαιξα στο ματς της Λεωφόρου με τον Παναθηναϊκό που πήραμε το “διπλό” και βγήκαμε Ευρώπη».
Το καλοκαίρι εκείνης της σεζόν, έναν χρόνο πριν σε αφήσουν εκτός πλάνων, τι είχες δει και είχες ζητήσει να φύγεις;
«Υπήρχε πολλή γκρίνια προς το πρόσωπό μου. Από όλους τους “γύρω γύρω” της ομάδας. Άρθρα, κόσμος… Κάθε χρόνο η ομάδα έπαιρνε δεξί μπακ και τον έβγαζαν πως είναι ο “Ντάνι Άλβες”, όμως εγώ έπαιζα. Τότε λες “ρε παιδιά τι γίνεται;”, κάθε χρόνο παίζω εγώ και θες να φέρεις άλλο δεξί μπακ; Έπαιρναν τον Ντάνι Άλβες και ο Μπακάκης ήταν ένα…. τίποτα, ενώ είχε βγάλει όλη τη χρονιά πιο πριν. Ήθελαν κάθε χρόνο να με κάνουν αναπληρωματικό, άλλο που τελικά εγώ έπαιζα. Όταν βλέπεις πως υπάρχει προδιάθεση να σε αφήσουν στον πάγκο και έρχεται η ευκαιρία να φύγεις και να πας στη Λεγανές λες “παιδιά να η ευκαιρία” και δεν με άφησαν.
Ήρθε η νέα χρονιά. Πήγα στο Πήλιο μίλησα με άνθρωπο της ΑΕΚ να τον ρωτήσω τι γίνεται και η απάντηση που πήρα είναι “Μιχάλη είσαι εσύ και θα πάρουμε άλλον έναν. Ξέρουμε ποιος είσαι. Είσαι αρχηγός της ομάδας. Ο καλύτερος θα παίζει”. Ωραία λέω τελειώσαμε. Ούτε να ψάξω να βρω ομάδα ούτε τίποτα. Αν ερχόταν πρόταση να πήγαιναν να τα βρουν με την ομάδα και πολύ ευχαρίστως. Ξεκινάμε και γίνεται ότι γίνεται. Έπαιξα στα φιλικά με Μιλόγιεβιτς, έπαιξα με τη Βελέζ, έπαιξα καλά και από εκείνη την ημέρα τέλος. Έχω εγώ κάποια ευθύνη σε όλο αυτό; Δεν νομίζω».
Επιδίωξες ποτέ να μιλήσεις στον πρόεδρο για αυτή την κατάσταση;
«Όχι. Ίσως αυτό να ήταν το μεγάλο μου λάθος, πως ήμουν επτά χρόνια στην ομάδα και όταν πάρθηκε αυτή η απόφαση δεν σήκωσα το τηλέφωνο να τον πάρω να του πω “πρόεδρε έχει γίνει αυτό και αυτό. Είναι δική σου απόφαση; Του προπονητή; Του τεχνικού διευθυντή;”».
Δεν τον πήρες τηλέφωνο για λόγους εγωισμού;
«Δεν ξέρω. Το σκέφτηκα ετσι. Ίσως να μου έλεγε “τι έγινε Μιχαλάκη; Εγώ δεν θέλω να σε έχω στην ομάδα μου”. Δεν το έκανα. Μπορεί να έκανα λάθος».
Μίλησες με τον Παναγιώτη Κονέ και τον Γιάννη Παπαδημητρίου;
«Μίλησα και μου είπαν πως είμαι εκτός πλάνων για εξωαγωνιστικούς λόγους. Έτσι μου είπαν. Εγώ το είχα καταλάβει πως δεν με έβαζαν καθόλου και πως ήμουν εκτός πλάνων. Απλά με έπαιρνε στην αποστολή ο Μιλόγεβιτς. Ρώτησα ποιος είναι ο λόγος που με άφηναν εκτός πλάνων. Δημιουργώ προβλήματα; Τσακώνομαι; Βρίζω κάποιον; Μάλωσα με τον προπονητή; Δεν ήμουν καλός; Είναι αγωνιστικό; Δεν μου έδωσαν κάποια εξήγηση. Είπα “τι να κάτσω να συζητήσω;” και συνέχισα τις προπονήσεις μου. Έκανα κανονικά με την ομάδα. Άφησαν εκτός, Οκτώβριο μήνα, έναν παίκτη αρχηγό που είναι οκτώ χρόνια στην ομάδα. Αυτό σημαίνει πως δεν υπάρχει σεβασμός. Δεν μπορούσαν να κάνουν υπομονή, να με βάλουν σε μερικά παιχνίδια και να μου πουν τον Ιανουάριο να βρω ομάδα να φύγω; Δεν θα ήταν πιο λογικό και πιο όμορφο ως προς το πρόσωπο μου να γίνει έτσι; Είχα δυο χρόνια συμβόλαιο. Με άφησαν εκτός πλάνων, έκανα τις προπονήσεις μου κανονικά, ήμουν εκτός αποστολής και 1 Ιανουαρίου έρχεται άνθρωπος της ΑΕΚ και με ενημερώνει πως από εκείνη τη μέρα θα έκανα προπόνηση μόνος μου. Τους λέω “ρε παιδιά μέχρι τις 31 Ιανουαρίου είναι οι μεταγραφές. Θέλετε να φύγω και θελω να φύγω. Ψάχνω ομάδα. Γιατί να κάνω προπόνηση μόνος μου;”».
Ήθελαν να σου κάνουν καψόνι;
«Λογικά ναι. Ήθελαν να μου κάνουν καψόνι για να με πιέσουν για να λύσω το συμβόλαιο μου και να χαρίσω λεφτά. Εκεί με έπιασε το εγωιστικό. Μίλησα με άνθρωπο της ΑΕΚ και του είπα “Ασε με να κάνω προπόνηση με την ομάδα και αν δεν βρω άλλη ομάδα θα πάω να κάνω μόνος μου προπόνηση ρε πο*&^%”. Με άφησαν να κάνω με την ομάδα, 22 του μήνα δεν είχα πρόταση και τελικά μου είπαν να πάω να κάνω προπονήσεις μόνος μου. Εγώ έψαχνα ομάδα για να φύγω. Είχα να παίξω έξι μήνες. Τους έλεγα να παίξω κάποια παιχνίδια, έστω στο Κύπελλο, να δουν πως είμαι ενεργός για να βρεθεί πρόταση να φύγω. Με μηδέν παιχνίδια όμως τον Ιανουάριο που είναι πολύ περίεργη περίοδος είναι δύσκολο. Είχα κάποιες προτάσεις αλλά δεν με ικανοποιούσαν».
Από που είχες προτάσεις;
«Είχα από την Κύπρο, αλλά δεν με ικανοποιούσαν. Αφού μου φέρθηκαν έτσι το πήρα εγωιστικά και λέω “Κάτσε ρε. Δεν με σεβαστήκατε καθόλου με αυτό που μου κάνατε. Θα φύγω έτσι;”. Είπα να περιμένω το καλοκαίρι που ανοίγουν οι μεταγραφές για να φύγω. Κάθισα έξι μήνες και έκανα μόνος μου προπόνηση».
Αυτό το διάστημα χρειάστηκε να πας σε ψυχολόγο;
«Ναι. Και έπαιξε πολύ σημαντικό ρόλο. Δεν έλειψα από καμία προπόνηση. Έκανα μόνος μου λες και είχα… αγώνα την Κυριακή. Έκανα προπόνηση με τον Βαγγέλη Κουτσογιάννη και τον Νίκο Παναγιωτάρα. Με βοήθησαν πολύ να κρατηθώ σε καλή κατάσταση, με μπάλα και με τρεξίματα. Με βοήθησε πολύ η ψυχολόγος να έχω κίνητρο και δίψα για προπόνηση, γιατί είχα στόχο να φύγω το καλοκαίρι. Τελείωσε η χρονιά και είπα στον μάνατζερ μου, τον Γιάννη Εμμανουηλίδη, να μου βρει ομάδα να φύγω. Δεν ήθελα να κάτσω εκεί άλλη χρονιά».
Σε αυτή τη δύσκολη περίοδο σου στάθηκαν οι συμπαίκτες σου;
«Μέσα στα αποδυτήρια είχα καλές σχέσεις με όλα τα παιδιά. Μου έλεγαν πως αυτό που μου έκαναν είναι μεγάλο λάθος. Όλα τα παιδιά. Ακόμα και ο βοηθός του Γιαννίκη, Τζίνο Λετιέρι, μου έλεγε μακάρι να μπορούσα να σε βάλω μέσα. Τα παιδιά έλεγαν “Τι είναι αυτά που σου κάνουν; Είσαι τόσα χρόνια στην ομάδα. Είσαι καλός παίκτης. Δεν έχεις δημιουργήσει πρόβλημα και σου συμπεριφέρονται έτσι”. Ακόμα και οι συμπαίκτες μου τα έλεγαν και εγώ δεν τους έλεγα τίποτα. Δόξα τω Θεώ εκείνη την περίοδο έκανα πολύ παρέα με τον Τζαβέλλα. Είναι έμπειρος, είχε περάσει αυτή τη διαδικασία στον ΠΑΟΚ και ήξερε και μπορούσε να με ανεβάσει. Είχα την οικογένεια μου, είχα και την ψυχολόγο. Όλοι μου έβγαζαν το καπέλο για την όρεξη που είχα και πήγαινα για προπόνηση. Πήγαινα κάθε μέρα με το χαμόγελο, έκανα προπόνηση σαν τρελός και με ρωτούσαν πως τα έκανα όλα αυτά. Έκανα προπόνηση με τους τραυματίες, έκανα περισσότερη ώρα από αυτούς και με έλεγαν τρελό. Στο πνευματικό κομμάτι με βοήθησε η ψυχολόγος».
Συνεχίζεις να πηγαίνεις σε ψυχολόγο;
«Συνεχίζω. Πιστεύω πως όλοι οι ποδοσφαιριστές χρειάζονται καθοδήγηση από έναν ψυχολόγο. Είναι πολύ σημαντικό».
Το καλοκαίρι υπήρξε ένα «σίριαλ» αν θα έλυνες το συμβόλαιο σου…
«Τελειώνει το καλοκαίρι και λέω στον μάνατζερ μου να μου βρει ομάδα να φύγω. Ακόμα και με λιγότερα λεφτά. Απλά ήθελα να φύγω. Βέβαια χωρίς να το ξεφτιλίσουμε και ρίξουμε τα οικονομικά στο πάτωμα. Είχα ένα χρόνο που δεν έπαιζα.και ήμουν σίγουρος πως το οικονομικό θα είναι πολύ πιο κάτω, αλλά έλεγα πως μπορώ να τα κερδίσω σε ένα, δυο χρόνια. Έψαχνα σαν τρελός να φύγω. Ήξερα πως μέχρι τελευταία μέρα αν δεν έβρισκα ομάδα θα έλυνα το συμβόλαιο μου για να μην καθίσω να περάσω ξανά το ίδιο πράγμα.
Έλεγαν πως ο Μπακάκης κάθεται στο συμβόλαιο του, έχει βολευτεί και δεν ψάχνει ομάδα. Ο Βράνιες με τον Τάνκοβιτς έφυγαν σαν κύριοι, ενώ ο Μπακάκης κάθεται στο συμβόλαιο του και δεν είναι διατεθειμένος να φύγει. Εν τω μεταξύ ο Βράνιες και ο Τάνκοβιτς βρήκαν περισσότερα λεφτά από αυτά που έπαιρναν στην ΑΕΚ. Λογικό ήταν να φύγουν.
Εγώ αν έβρισκα συμβόλαιο σαν αυτό που είχα, έστω και λίγο πιο κάτω, θα έλυνα το συμβόλαιο μου και δεν θα ήθελα τίποτα από την ΑΕΚ. Αλλά ρε παιδιά το ποδόσφαιρο δεν είναι χόμπι. Είναι το επάγγελμα μας. Έχω μια οικογένεια. Είναι φυσιολογικό να κοιτάξω το συμφέρον μου και ειδικά μετά από αυτή τη συμπεριφορά που είχε η ομάδα προς το πρόσωπο μου. Οπότε είπα πως κάποια στιγμή θα βρω κάτι να με ικανοποιήσει και θα φύγω. Αλλά έβλεπα πως δημιουργούσαν ένα σαμποτάζ και μια προπαγάνδα προς το πρόσωπο μου για να κάνουν τον κόσμο να με κατηγορήσει πως είμαι τεμπέλης, κάθομαι στο συμβόλαιο μου, δεν θέλω να φύγω και θέλω να φάω τα λεφτά της ΑΕΚ, ενώ εγώ ήθελα να φύγω».
Αισθάνθηκες στοχοποιημένος;
«Ακριβώς. Ήθελαν να με πιέσει ο κόσμος, στέλνοντας μου μηνύματα στα Social Media και τα κατάφεραν. Άλλο που εμένα δεν με επηρέαζαν επειδή ήμουν επτά χρόνια στην ομάδα. Στις ήττες τόσα και τόσα έστελναν. Εγώ είχα έναν στόχο. Αλλά είναι άσχημο πράγμα.
Πριν έναν μήνα που είχαν γραφτεί νέα άρθρα για μένα, έλεγαν πως είμαι παράδειγμα προς αποφυγή και πως θα κόψω τη μπάλα. Είναι δυνατόν να λένε τέτοια πράγμα για έναν παίκτη που είναι οκτώ χρόνια στην ομάδα και έχει πάρει πρωτάθλημα και κύπελλο; Είναι δυνατόν να γράφουν τέτοια πράγματα. Αυτός που τα γράφει αυτά δεν είναι δημοσιογράφος. Οι δημοσιογράφοι δεν τα κάνουν αυτά. Μου τα έστελναν. Δεν είμαι μόνος μου. Έχω φίλους και οικογένεια που τα διαβάζουν αυτά. Δεν θέλω να ασχολούμαι με αυτά αλλά μου τα στέλνουν».
Σκέφτηκες ποτέ να κινηθείς νομικά για τις κατηγορίες;
«Όχι γιατί θα τους δώσω αξία, οπότε δεν υπήρχε λόγος. Τόσο καιρό δεν μιλούσα αλλά τώρα ήρθε η ώρα να μιλήσω. Έλεγαν ακόμα πως δεν με έβαζαν ούτε στη Β’ ομάδα γιατί ο Ραντόνια ήταν καλύτερος. Αλλά δεν μπορούσα να βγαίνω να απαντάω σε όσα γράφουν. Δεν είμαι κλόουν να κάθομαι να ασχολούμαι με αυτά τα πράγματα. Έλεγα πως όταν θα φύγω από την ομάδα θα εκφράσω και εγώ τη θέση μου».
Εσύ υπερασπίστηκες την ΑΕΚ πρόσφατα στα Social Media…
«Μου έγραψε ο Αραούχο, συμπαίκτης μου τόσα χρόνια στην ΑΕΚ, πως με αγαπάει, μου ευχήθηκε καλή επιτυχία και βρέθηκε άνθρωπος να σχολιάσει “Ασ’ τα αυτά και βάλε κανένα γκολ”. Στη δεύτερη αγωνιστική… Και του είπα “Ρε μεγάλε σταμάτα να κράζεις και στήριξε την ομάδα”. Και βγήκαν οι κακοπροαίρετοι να πουν πως λέω ότι δεν υποστηρίζει ο κόσμος την ομάδα. Οι ΑΕΚτζήδες είναι ο λαός που υποστηρίζουν περισσότερο την ομάδα τους. Είχαν να πάρουν πρωτάθλημα 24 χρόνια και το γήπεδο ήταν γεμάτο. Είναι οι Νο. 1 οπαδοί στην υποστήριξη της ομάδας τους. Αλλά υπάρχει και μια μερίδα οπαδών, οι οποίοι ζουν με την ήττα της ομάδας. Δεν μπορούμε να μηδενίσουμε τους υγιείς φιλάθλους της ομάδος».
Υπήρξαν οπαδοί που σε στήριξαν στις δύσκολες στιγμές σου;
«Ο κόσμος με στήριξε όλα αυτά τα χρόνια. Μπακάκης έγινα στην ΑΕΚ. Αυτό που είμαι τώρα είμαι χάρη στην ΑΕΚ. Ο Μπακάκης ο διεθνής με πρωτάθλημα, κύπελλο και Champions League. Aυτό δεν το σβήνει κανένας. Τώρα που έφυγα δέχτηκα άπειρα μηνύματα που μου έλεγαν πως με αγαπούν, αλλά δεν γίνεται να σε γουστάρουν όλοι. Όταν υπάρχει προπαγάνδα πως ο Μπακάκης κάθεται στο συμβόλαιο του δεν αγαπάει την ΑΕΚ είναι λογικό να επηρεαστούν οι φίλαθλοι και να πουν πως δεν είμαι το παιδί που έβλεπαν όλα αυτά τα χρόνια, που έπαιζα για τη φανέλα και έδινα ψυχή και σώμα. Δημιούργησαν όλη αυτή την προπαγάνδα για να σβήσουν όσα έχω κάνει. Συγγνώμη ρε παιδιά αλλά αυτό δεν είναι σωστό».
Όταν έφυγες από την ομάδα σου είπαν κάτι οι άνθρωποι του κλαμπ;
«Όταν πήγα και έλυσα το συμβόλαιο μου, πήρα τα δεδουλευμένα μου που δούλεψα δυο μήνες και ζήτησα να μου πουν γιατί με άφησαν εκτός ομάδας. Όσα ξέρετε ξέρω… Μου είπαν “Ας κρατήσουμε μόνο τα καλά”. Δεν πήρα απάντηση. Δεν ήταν αγωνιστικό το ζήτημα. Τσακώθηκα με κάποιον; Είπα μαλ@#*$& για τον οποιοδήποτε; Έβρισα τον πρόεδρο; “Ασ’ τα. Δεν σου λέμε τίποτα. Όσα έγιναν έγιναν. Περασμένα ξεχασμένα”. Ακόμα και τώρα δεν ξέρω γιατί έμεινα εκτός ομάδας!».
Δεν θέλεις να μάθεις;
«Εννοείται πως θέλω. Δεν μου λέει κανείς…»
Έχεις ζήσει «ντού» οπαδών;
«Εννοείται. Σε όλα μέσα ήμουν και μάλιστα μπροστά αφού ήμουν από τους Έλληνες, τους παλιούς και τους αρχηγούς. Είχαν δίκιο. Είχαμε χάσει 3-0 από τον Λεβαδειακό. Ήταν λογικό να έρθουν…»
«Σπασίματα» υπήρχαν;
«Όχι. Αυτά δεν υπήρξαν ποτέ. Μόνο κράξιμο. Ο κόσμος είχε τα δίκια του. Όταν έχεις μια ομάδα για πρωτάθλημα και μένεις εκτός από τον Νοέμβριο και χάνεις από τα Γιάννενα, ενώ κάθε χρόνο έχεις το “καλύτερο ρόστερ”».
Το πιο έντονο «ντου» των οπαδών;
«Μετά την ήττα από τον Λεβαδειακό με 3-0 εκτός έδρας. Το τελευταίο παιχνίδι του Πογιέτ».
Είχες ποτέ κάποιο πρόβλημα στα αποδυτήρια;
«Δεν είχαμε θέματα στην ομάδα ούτε πολλούς τσακωμούς. Είχα ένα σκηνικό με τον Βράνιες. Μια μέρα πριν παίξουμε με τον ΠΑΟΚ, με προπονητή τον Κωστένογλου (σ.σ. 2-2 στο ΟΑΚΑ), τότε που είχαμε αλλάξει προπονητή μετά τον Καρντόσο. Δεν κυνήγησε μια φάση στην τελευταία προπόνηση, του είπα να τρέξει και έγινε σκηνικό. Τότε έγραφαν ο Βράνιες κυνήγησε τον Μπακάκη και την επόμενη μέρα ήμασταν αγκαλιά με τον Βράνιες».
Με τον Μάνταλο πως το διαχειριστήκατε αυτό;
«Πάντα έφταιγε πρώτα ο Μάνταλος και μετά εγώ. Το είχαμε πάρει απόφαση πως ότι και να γινόταν “φταίγαμε” εμείς».
Θεωρείς πως έκανε καλά που έμεινε στην ΑΕΚ; Τι θα τον συμβούλευες;
«Το καλύτερο για τον Πέτρο θα ήταν να φύγει. Αν φύγει θα παίξει καλύτερο ποδόσφαιρο. Με τι ψυχολογία θα μπει ο παίκτης να παίξει μετά τα συνθήματα που ακούστηκαν στο τελευταίο ματς με τον Ολυμπιακό;».
Θα του κάνει καλό πως έβγαλε το περιβραχιόνιο;
«Μπορεί να τον απελευθερώσει. Να μην έχει τόσο μεγάλο βάρος. Ίσως του κάνει καλό».
Πως ήταν ο Τιμούρ Κετσπάγια;
«Ωραίος τύπος».
Πως ηταν η συνεργασία σου με τους προπονητές στην ΑΕΚ;
«Όλοι οι προπονητές δούλευαν πάρα πολύ στην ΑΕΚ. Όλοι. Ο Χιμένεθ ήταν ο καλύτερος. Με βοήθησε πάρα πολύ. Είχε καλή… τρέλα. Μετά ήταν ο Πογιέτ που ήξερε και έπαιρνε όλα όσα ήθελε».
Με τον Χιμένεθ είχες κάνει την καλύτερη σου σεζον το 2017-18 και μάλιστα ως αριστερός στόπερ…
«Μια μέρα πριν το εκτός έδρας ματς με τη Μίλαν ήρθε ο Χιμένεθ και μου είπε πως την επόμενη θα ξεκινούσα αριστερό στόπερ σε τριάδα. Του είπα πως δεν είχα παίξει ξανά τη θέση και απλά μου απάντησε “Corazón”. Καρδιά… Και από τότε με τον Χιμένεθ ακολούθησαν τρελά πράγματα. Τρελός, αλλά τον γούσταρα πολύ».
Πώς θυμάσαι την χρονιά του πρωταθλήματος;
«Είχαμε τρομερό κλίμα και προσωπικότητες μέσα στην ομάδα. Ο καθένας έβγαζε αυτό που είχε μέσα στο γήπεδο. Υπήρχαν γκρίνιες επειδή δεν παίζαμε σε κάθε παιχνίδι. Μπορεί σε κάποιο ματς να έβαζες γκολ και την επόμενη αγωνιστική να ήσουν στον πάγκο γιατί μπορεί να σε ετοίμαζε για το επόμενο παιχνίδι στην Ευρώπη. Ήταν πολύ σημαντικό ότι είχαμε Ευρώπη, οπότε έλεγε ο ένας παίζει πρωτάθλημα και ο άλλος στο Europa League. To διαχειριζόταν πολύ καλά ο Χιμένεθ. Είχαμε τρομερό κλίμα. Υπήρχαν πολλοί Έλληνες και ήμασταν “δεμένοι” με τους ξένους. Πολύ καλή προπόνηση. Γενικά όλα ήταν “top”.
Ήταν λάθος ότι ξηλώθηκε αυτή η ομάδα. Εκεί αν έκαναν τρεις καλές μεταγραφές θα μπορούσαμε να πάμε και τη δεύτερη χρονιά για πρωτάθλημα. Ήταν θαύμα πως μπήκαμε στους ομίλους του Champions League. Αποκλείσαμε τη Σέλτικ και είχαμε μια – δυο μεταγραφές. Πιστεύω πως θα παίρναμε και δεύτερο πρωτάθλημα».
Είχε χαλάσει το κλίμα μετά τον χαμένο τελικό από τον ΠΑΟΚ στο ΟΑΚΑ το 2018;
«Ναι. Είχε στραβώσει λίγο το κλίμα. Ήταν ο δεύτερος διαδοχικός χαμένος τελικός. Υπήρχε πίεση και κούραση κόντρα στον ΠΑΟΚ. Δεν ήμασταν συγκεντρωμένοι από τα πανηγύρια. Οι άλλοι ήταν πιο διψασμένοι».
«Δεν φαντάζεστε πόση αγάπη πήραμε από τον κόσμο. Ήμασταν θεοί»
Πως έζησες τους πανηγυρισμούς στη Νέα Φιλαδέλφεια;
«Παιδιά δεν φαντάζεστε πόση αγάπη δεχτήκαμε.από τον κόσμο. Ήμασταν σαν θεοί. Γεμάτη η Φιλαδέλφεια μετά το τελευταίο ματς στη Ριζούπολη και εμείς στο λεωφορείο. Βλέπαμε κόσμο να κλαίει από κάτω. Ήταν φανταστικό».
Ποια είναι η στιγμή που θυμάσαι πιο έντονα στο πρωτάθλημα;
«Το τελευταίο σφύριγμα του διαιτητή στο ματς με τον Λεβαδειακό στο ΟΑΚΑ. Τότε πήραμε μαθηματικά το πρωτάθλημα. Είχα μείνει ξερός».
Τι θυμάσαι από το επεισοδιακό ματς της Τούμπας;
«Είχαμε μαζευτεί όλα τα παιδιά στο δωμάτιο και είχαμε ανεβασμένη ψυχολογία για να κερδίσουμε σε άδειο γήπεδο. Το ίδιο βράδυ αργήσαμε να κοιμηθούμε και είδαμε την απόφαση για κόσμο στην Τούμπα και επιστροφή βαθμών. Ανακοίνωσαν κατευθείαν sold out. Είπαμε θα μπούμε στον χορό για να χορέψουμε και έγινε ότι έγινε. Μετά το οφσάιντ ακολούθησε μανούρα, είδα τον τεχνικό διευθυντή του ΠΑΟΚ να την “πέφτει” στον διαιτητή και να τον βρίζει, μετά είδα τον Σαββίδη να μπαίνει μέσα και να πηγαίνει δεξιά και αριστερά. Εγώ είχα κάτσει σε μια άκρη και έρχονται και μας λένε ”πάμε μέσα και πως είχει όπλο”. Πήγαμε μέσα. Γινόταν χαμός με φωνές και τσακωμούς και μας είπαν “τέλος το ματς”».
Αν σου έλεγαν κάτι να αλλάξεις στην καριέρα σου;
«Όταν πήραμε το πρωτάθλημα έπρεπε να φύγω. Όταν τελείωσε εκείνη η σεζόν ήμουν ήδη τέσσερα χρόνια στην ομάδα. Έπρεπε να κάνω το επόμενο βήμα».
Υπήρχαν προτάσεις εκείνη την περίοδο;
«Υπήρχαν προτάσεις. Όταν μπήκαμε στους ομίλους του Champions League ήρθε η ΑΕΚ και μου έκανε την πρόταση να ανανεώσω. Moυ είχε πει ο πρόεδρος πως έχει πρόταση για εμένα από καλή ομάδα του εξωτερικού αλλά δεν με έδινε. Δεν μου είπε ποια ήταν. Είχα πρόταση και από ελληνική ομάδα του Τop 3 αλλά δεν μπορούσα να πάω. Είχα ακόμα έναν χρόνο συμβόλαιο. Θα πήγαινα την επόμενη χρονιά. Αλλά στην Ελλάδα δεν θα μπορούσα να πάω. Εκτός αν έμενα εκτός πλάνων και υπέγραφα την επόμενη σεζόν».
Αν μετά το πρωτάθλημα ήσουν ελεύθερος και είχες την πρόταση της ΑΕΚ για ανανέωση και την πρόταση της ομάδας του Top 3 ποια θα επέλεγες;
«Πάλι στην ΑΕΚ θα έμενα. Η πρόταση που είχα ήταν με παραπάνω χρήματα από αυτά της ΑΕΚ. Βασικά δεν είχαμε μιλήσει ακόμα καν για τα λεφτά. Είχα δεθεί με την ΑΕΚ και τον κόσμο από όλα αυτά τα τρομερά που περάσαμε και είχα πει στον μάνατζερ μου πως αν έπαιρνα τα χρήματα που ήθελα από την ΑΕΚ, που ήταν λιγότερα από αυτά που μου έδινε η άλλη ομάδα, θα έμενα. Εκτός αν μου έλεγε ο πρόεδρος έχω πρόταση και σε πούλησα. Κάναμε το ραντεβού με τον πρόεδρο, οι μάνατζερ μου είχαν αγχωθεί πως θα χρειαζόμασταν ώρες. Ήρθε και του είπα “Πρόεδρε δε θα σου κάνω παζάρια. Θέλω αυτά τα λεφτά. Αν δεν μου τα δώσεις φεύγω”. Τότε ήμουν βασικός στην Εθνική, πρωταθλητής, είχα κάνει ρεκόρ συμμετοχών στο πρωτάθλημα, είχαμε περάσει στο Champions League. Όταν πήραμε το πρωτάθλημα εγώ έπαιρνα λίγα λεφτά. Όταν είχα ανανεώσει μετά τον τραυματισμό μου είχαν κάνει μείωση και με μπόνους, είχα φτάσει τα λεφτά της… Β’ Εθνικής. Τα άξιζα, μου τα έδωσε και έμεινα στην ΑΕΚ».
Ποιες ήταν οι πέντε πιο «δυνατές» σου στιγμές στην ΑΕΚ;
«Η άνοδος. Το κύπελλο. Το πρωτάθλημα. Η συμμετοχή στο Champions League και η μέρα που έφυγα από την ΑΕΚ».
Πως θυμάσαι την πρώτη σου συμμετοχή στο Champions League;
«Όταν παίζεις Champions League μετά το πρωτάθλημα της Super League σου φαίνεται ερασιτεχνικό. Είναι μαγικό. Ζεις αυτά που έβλεπες μικρός. Όπως και όταν ακούς τον Εθνικό ύμνο όταν παίζεις με την Εθνική. Αυτό είναι ακόμα πιο ανατριχιαστικό. Στο Champions League καταλαβαίνεις το ποδόσφαιρο».
Ποιο εκτός έδρας ευρωπαϊκό παιχνίδι σου έχει μείνει;
«Το καλύτερο παιχνίδι, με την πιο ωραία ατμόσφαιρα, ήταν στον Άγιαξ. Ήταν κάτι καταπληκτικό. Ήταν μια γιορτή. Εκεί δεν υπάρχει άγχος με αυτό το κλίμα. Πανηγύριζαν και τραγουδούσαν συνέχεια. Ήταν μαγικό. Και με την Μπάγερν ήταν φοβερό. Ξέρεις τι είναι να παίζεις αντίπαλος με τον Ρόμπεν και τον Ριμπερί;»
Μιας και ανέφερες τη Μπάγερν, το μαρκάρισμα του Γκνάμπρι είναι από τις πιο δύσκολες “αποστολές” που έχεις κάνει;
«Ναι. Είναι πάρα πολύ εκρηκτικός. Ο Ριμπερί δεν ήταν τόσο όσο ο Γκνάμπρι».
Ποιοι είναι οι πιο δύσκολοι αντίπαλοι που έχεις αντιμετωπίσει από εξωτερικό και Ελλάδα;
«Από εξωτερικό ο Γκνάμπρι και από Ελλάδα θα πω τον Μπίσεσβαρ. Έχει διαφορετικό τρόπο παιχνιδιού. Παίζει με το κορμί, έχει καλό έλεγχο της μπάλας, είναι από τους πιο ποιοτικούς παίκτες στην Ελλάδα και έχει ιδιαίτερο τρόπο στο παιχνίδι του».
Ποιο ματς θα ήθελες να παίξεις ξανά;
«Το ματς που είχαμε χάσει στο “Γεώργιος Καραϊσκάκης” από τον Ολυμπιακό με 4-1, ενώ κερδίζαμε 0-1 στο ημίχρονο. Το 2019.
Δεν ξέρω τι έγινε στο δεύτερο ημίχρονο αλλά μπήκε αλλαγμένος ο Ολυμπιακός. Έβαλε ένα γκολ και όσο να ‘ναι το “Καραϊσκάκη” είναι τρομερή έδρα. Κάναμε και εμείς κάποια λάθη. Αν δεν κάνεις λάθη δεν μπαίνουν γκολ».
Η Εθνική σου λείπει;
«Ναι, μου λείπει. Το γεγονός πως παροπλίστηκα από την ΑΕΚ με στεναχώρησε πάρα πολύ και επειδή έμεινα εκτός Εθνικής Ελλάδος. Είναι απίστευτο να παίζεις για τη χώρα σου. Το πρώτο μου παιχνίδι ήταν φιλικό επί Τσάνα. Ήταν μαγική στιγμή».
Ποια είναι η άποψη σου για το «κόψιμο» Μανωλά και Παπασταθόπουλου από την Εθνική;
«Εγώ ξέρω πως ήταν απόφαση του προπονητή. Του Φαν’τ Σχιπ. Πολύ καλός προπονητής, πολύ καλός άνθρωπος, δίκαιος και από τους top προπονητές που έχω συνεργαστεί. Όταν έπρεπε να πάρει τις αποφάσεις του, τις έπαιρνε και τέλος. Δεν ξέρω αν ήταν δίκαιο ή άδικο ότι δεν έπαιρνε τον Μανωλά και τον Παπασταθόπουλο. Ήταν δική του απόφαση και του έβγαινε. Κάναμε τρομερά παιχνίδια στην αρχή με Φαν’τ Σχιπ. Ήταν όλοι πολύ αισιόδοξοι. Ποιος να του πει τι;».
Πιστεύεις πως μπορείς να κερδίσεις και πάλι τη θέση σου στην Εθνική του Πογιέτ;
«Βρεθήκαμε με τον Πογιέτ όταν επισκέφθηκε μια προπόνηση της ΑΕΚ και με ρώτησε τι γίνεται με εμένα. Του είπα πως ότι ξέρει… ξέρω και απλά δεν έπαιζα, Μακάρι να ξανακληθώ και να αποδείξω πως είμαι ικανός να παίξω. Τον Ιούνιο ήμουν στις κλήσεις, το καλοκαίρι έπαιξα και μετά τέλος. Δεν έμεινα εκτός επειδή μεγάλωσα ή επειδή δεν είμαι καλός. Δεν έπαιζα στην ΑΕΚ, οπότε ο Πογιέτ δεν μπορούσε να ξέρει σε τι κατάσταση είμαι. Αν δείξω πως είμαι σε καλή κατάσταση είμαι έτοιμος να επιστρέψω στην Εθνική. Θα δουλέψω. Είμαι ακόμα 31 ετών και μακάρι να κληθώ στην Εθνική και να βοηθήσω όσο μπορώ».
Πώς ένιωσες όταν σου ήρθε η πρόταση να επιστρέψεις στον Παναιτωλικό;
«Είχα κάποιες προτάσεις από Κύπρο αλλά ήθελα να περιμένω να δω τι μπορεί να έρθει. Μέχρι τελευταία στιγμή είχα προτάσεις από το εξωτερικό και ήμουν κοντά σε καλές ομάδες από Βέλγιο, Τουρκία και Κύπρο. Είχα και από Ελλάδα εκτός Top 5 αλλά είχα μιλήσει με τον Παναιτωλικό, ήξεραν σε τι κατάσταση είμαι και είχα πει πως θα πήγαινα σε ομάδα από το εξωτερικό αν ερχόταν πρόταση που θα με ικανοποιούσε. Είμαι δεμένος συναισθηματικά με τον Παναιτωλικό. Αγαπάω την ομάδα. Είναι ο τόπος μου. Μπορεί να μου έκαναν πρόταση ομάδες υψηλότερου επιπέδου, από άποψη ονόματος, αλλά αποφάσισα πως ήθελα να γυρίσω. Άκουσα την καρδιά μου».
Είχες μεγαλύτερη ανάγκη το σεβασμό και τη «ζεστασιά» μιας ομάδας που σε ξέρει σε σύγκριση με ένα μεγαλύτερο συμβόλαιο;
«Ήμουν σίγουρος πως θα έβρισκα σεβασμό επειδή ξέρουν ποιος είμαι. Μου άρεσε το πρότζεκτ της ομάδας από πέρυσι που έπαιξε καλό ποδόσφαιρο. Έχει έναν πολύ καλό προπονητή. Όταν μίλησα με τον Παναιτωλικό ρώτησα αν η ομάδα θα κυνηγήσει τα play offs και μου είπαν ”ναι”. Κάναμε καλές κινήσεις και έχουμε στόχο να πάμε όσο πιο ψηλά γίνεται. Βλέπω πως η ομάδα μπορεί. Πέρυσι η ομάδα τερμάτισε σε καλή θέση. Έπαιξε καλό ποδόσφαιρο. Νίκησε την ΑΕΚ και άλλες μεγάλες ομάδες. Φέτος έκανε κι άλλες προσθήκες. Γιατί να μην κυνηγήσει το κάτι παραπάνω;».
Ποιο ήταν το χειρότερο και ποιο το καλύτερο σου ματς;
«Το χειρότερο μου ήταν όταν χάσαμε με 4-1 από τον Ολυμπιακό. Βέβαια σε αυτό το ματς κανείς δεν ήταν καλός. Ήταν δύσκολα. Το καλύτερο μου ήταν το εκτός έδρας ματς με την Ντιναμό Κιέβου, όταν είχα βγει στην καλύτερη 11αδα της αγωνιστικής».
Πώς σκέφτεσαι σε δέκα χρόνια τον Μιχάλη Μπακάκη;
«Δεν ξέρω. Στην αρχή όταν θα αποσυρθώ θα μείνω σίγουρα εκτός χώρου. Δεν το σκέφτομαι για προπονητής. Προς το παρόν. Ποτέ δεν ξέρεις τι γίνεται. Δεν το έχω σκεφτεί».
Ο καλύτερος συμπαίκτης που είχες ποτέ;
«Ο Μπακασέτας και ο Ζέκα στην Εθνική. Μετά την ΑΕΚ, όταν ο Τάσος πήγε στην Αλάνιασπορ, συνεργαζόμασταν πάρα πολύ καλά στην Εθνική. Το ίδιο και με τον Λημνιό. Ο Ζέκα ήταν πάντα εκεί. Να με καλύψει, να με βοηθήσει, να μου δώσει στήριγμα, να μου μιλήσει. Πάντα. Πιο πολύ θα πω Μπακασέτα».
Ποια σκηνικά με «χαβαλέ» σου έχουν μείνει;
«Στις προετοιμασίες είχαμε πάντα τον Μήτσι (σ.σ. Νίκος Κορομηλάς), ο οποίος πλέον έφυγε, που πάντα μας έφτιαχνε το κέφι. Βουτιές σε πισίνα. Τα πάντα. Ο πιο χαβαλές στα αποδυτήρια ήταν ο Αραούχο».
Ποιο ματς θυμάσαι έντονα με την Εθνική;
«Αγωνία πολύ υπήρξε με την Ιταλία, εκτός έδρας. Πολύ άγχος. Είχαμε παίξει πολύ καλά αλλά είχαμε χάσει με 1-0. Ήμασταν πολλοί νέοι, με τον Λημνιό μέσα. με Σταφυλίδη στόπερ και με Χατζηδιάκο. Είχαμε ξεκινήσει μια νέα Εθνική και είχαμε πολύ άγχος».
Η νέα Εθνική αδικήθηκε;
«Μπορεί να κάνει πολλά πράγματα αύτη η ομάδα. Ο Φαν’τ Σχιπ προσέφερε και για εμένα έπρεπε να μείνει. Ο Πογιέτ είναι εξίσου καλός προπονητής και το απέδειξε στα τελευταία παιχνίδια. Είμαι σίγουρος πως θα πετύχει. Παίρνει από κάθε παίκτη αυτό που θέλει και ξέρει να κερδίζει».
Συνέντευξη στους Γιώργο Ντυμένο, Παναγιώτη Δαλαταριώφ και Βασίλη Μπαλατσό – gazzetta.gr
This website uses cookies.
Read More
View Comments
Μιχάλη ψυχαρα για πάντα ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΑΡΑ!!!!
ΜΙΧΑΛΗ ΨΥΧΑΡΑ ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΑΡΑ. ΟΙ ΚΟΥΛΕΣ ΑΚΟΜΑ ΣΕ ΒΡΙΖΟΥΝ. ΑΠΛΑ ΜΠΕΣ ΚΑΙ ΤΕΛΕΙΩΣΕ ΤΟΥΣ ΜΕΘΑΥΡΙΟ!!!
Έλα να τα σαρωσουμε όλα φέτος...