Ο Γκάμπριελ Σούρερ θα μπει ξανά στην ποδοσφαιρική μας πραγματικότητα, όχι με την «ιδιότητα» του στόπερ αλλά εκείνη του νέου τεχνικού του Παναιτωλικού.
Γκαμπριέλ Σούρερ λοιπόν και ο Αργεντινός επανήλθε στο ποδοσφαιρικό μας προσκήνιο, αυτή τη φορά με την «ιδιότητα» του προπονητή. Υστερα από τη διετή παρουσία του στη χώρα μας (2004-2006) ως παίκτης του Ολυμπιακού είναι πια ο νέος τεχνικός του Παναιτωλικού και στα 51 του χρόνια θα επιστρέψει σε γνώριμα λημέρια.
Ως παίκτης δεν χρειάζεται ιδιαίτερες συστάσεις, αφού στην καριέρα του πήρε τίτλους με τους «ερυθρόλευκους», τη Λα Κορούνια και τη Λανούς, έπαιξε στο Champions League, συμμετείχε σε σχεδόν 300 ματς της Primera, «φλέρταρε» με το πρωτάθλημα Ισπανίας ως μέλος της «μεγάλης» Ρεάλ Σοσιεδάδ, ενώ φόρεσε και τη φανέλα της «μπλανκοσελέστε» με την οποία συμμετείχε σε Κόπα Αμέρικα.
Βέβαια άλλο η μπάλα και άλλο το play book του προπονητή και το ένα δεν εξασφαλίζει το άλλο, χωρίς όμως και να το αναιρεί. Δηλαδή ένας σπουδαίος παίκτης δεν θα μετατραπεί σίγουρα ανάλογου βεληνεκούς κόουτς εφόσον το επιχειρήσει, όπως φυσικά και για να κάνεις πορεία ως τεχνικός δεν είναι απαραίτητο πως θα πρέπει να την… κλωτσήσεις σε υψηλό επίπεδο. Τα πάντα βρίσκονται μέσα στο παιχνίδι.
Η ουσία πάντως είναι ότι ο Σούρερ θα περάσει για πρώτη φορά τον Ατλαντικό με την ιδιότητα του κόουτς, άρα τρόπο τινά μοιάζει με ένας «άγνωστος Χ». Ωστόσο μπορούμε να προχωρήσουμε σε ένα «Α προφίλ» του, με γνώμονα τα όσα έχει παρουσιάσει μέχρι στιγμής. Οπου προκύπτουν ευρήματα που μας δίνουν μία εικόνα, τι να περιμένουμε.
Ξεκίνησε από τη δεύτερη ομάδα της Λανούς και στις 16 Νοεμβρίου του 2010, σε ηλικία μόλις 39 ετών, πήρε τα «ηνία» της πρώτης. Το «Estadio Ciudad de Lanús» είναι το δεύτερο σπίτι του αφού εκεί ανδρώθηκε ποδοσφαιρικά και έπαιξε για πάνω από 10 χρόνια πριν συνεχίσει στη «Γηραιά Ηπειρο». Τον ήξεραν, τους ήξερε και πήρε το «βάπτισμα του πυρός».
Το club «φλέρταρε» με τον τίτλο, έφτασε μέχρι τους «16» του Κόπα Λιμπερταδόρες και ο Σούρερ έμεινε στον πάγκο του για σχεδόν δύο ημερολογιακά έτη, καθώς αποχώρησε το καλοκαίρι του 2012 και ύστερα από 73 παιχνίδια. Τα δημοσιεύματα της εποχής αναφέρουν πως «πλήρωσε» μία ήττα στο Κύπελλο από την άσημη Μπαράκας τον Φλεβάρη και έκτοτε μετρούσε αντίστροφα. Το «διαζύγιό» τους ήταν εύλογα άκρως φιλικό, εκείνος είχε «χτίσει» το όνομά του και μερικούς μήνες μετά ανέλαβε την Αρχεντίνος Τζούνιορς.
Ωστόσο στο νυν «Estadio Diego Armando Maradona», όπως λέγεται πια στη μνήμη του θρύλου της χώρας και όχι μόνο, έμεινε μόνο για επτά ματς, κάτι που ίσως να μην περνά απαρατήρητο, ενώ και μετέπειτα 1-2 αντίστοιχες συμφωνίες του ολοκληρώθηκαν άδοξα. Η «απάντηση» ωστόσο του «γιατί» συνέβη αυτό ίσως και να βρίσκεται στα όσα είπε ο Μάριο Ρεγκουέιρο, παλαιός ποδοσφαιριστής του Αρη (2008/09), που συνεργάστηκε μαζί του στη Λανούς. Σε ανύποπτο χρόνο, το 2014, ο διεθνής Ουρουγουανός μεσοεπιθετικός σχολίασε πως «μετά την αποχώρησή του Σούρερ, συνεχίζαμε να παίζουμε όπως ήθελε ο Σούρερ».
Παράλληλα ορισμένα άλλα ρεπορτάζ της εποχής ανέφεραν ότι διατηρούσε πολύ καλούς «δεσμούς» με τους παίκτες του όμως είχε συνηθίσει σε ένα συγκεκριμένο μοντέλο διοίκησης, των ανθρώπων της Λανούς που τους γνώριζε για χρόνια και σε προσωπικό επίπεδο. «Ημασταν καλά. Εχει πολλές γνώσεις Νομίζω πως έφυγε λόγω των σχέσεων του με ανθρώπους που βρίσκονται τριγύρω. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση που αποχώρησε τόσο νωρίς από την Αρχεντίνος Τζούνιορς», σχολίασε κάποιος άλλος με αφορμή ότι στην επόμενη ομάδα του έμεινε μόνο από τα μέσα Νοεμβρίου του 2012 μέχρι και τον Φλεβάρη του 2013.
Εδώ μπαίνει στην «εξίσωση» της κουβέντας μας το ότι η Λανούς είναι αυτό που αποκαλούμε «μαγαζί-γωνία», ενώ η Αρχεντίνος και ευρύτερα αρκετοί σύλλογοι της χώρας του αντιμετώπιζαν, στα μέσα της περασμένης δεκαετίας, αρκετά προβλήματα.
Ο Σούρερ όμως είχε, κακά τα ψέμματα, μάθει αλλιώς. Σαν ποδοσφαιριστής έπαιξε μπάλα σε κορυφαίο level, τα πρώτα του προπονητικά βήματα έγιναν σε ανάλογο επίπεδο και επί της ουσίας από το 1988 όταν σε ηλικία 17 ετών εμφανίστηκε για «παρθενική» φορά με τη Λανούς μέχρι και το καλοκαίρι του 2012 που αποχώρησε από τον πάγκο της, για σερί 24 έτη δηλαδή, εργάζονταν, να το πούμε «χύμα», σε φουλ επαγγελματικές συνθήκες. Ετσι προέκυψαν προβλήματα, ενώ και εκείνος ήταν σχετικά άπειρος σε ζητήματα διαχείρισης αντίστοιχων κρίσεων ως προπονητής.
Αυτόματα χρειάζονταν χρόνο και δεν είναι τυχαίο ότι από το 2017 ξεκίνησε να «βρίσκει» εκ νέου τα πατήματά του. Π.χ. η Μπλούμινγκ της Βολιβίας τον ανακοίνωσε ως «profesor Gabriel Schürrer», ενώ με την Κουένκα του Εκουαδόρ που εργάζονταν μέχρι και τα τέλη του 2022 και αποχώρησε για προσωπικούς λόγους συνεργάστηκε δις, αφού εκεί ήταν και το 2019. Βρήκε αυτό που ήθελε και δούλεψε απερίσκεπτος, ενώ παράλληλα είχε μπει 100% στο «κουστούμι του προπονητή», κάτι πολύ σημαντικό, στη μετάβασή του από ποδοσφαιριστής.
Το ότι πάντως διαθέτει… έντονο ταμπεραμέντο αποτυπώνεται πως ορισμένες φορές ανεβάζει τα… ντεσιμπέλ στις συνεντεύξεις Τύπου, ενώ μιλά και αρκετά «σκληρά» στους παίκτες του εφόσον το θεωρήσει αναγκαίο. Είναι χαρακτηριστικό πως το 2018 γράφονταν στον Τύπο πως «πιάστηκε στα χέρια» με τον Μαξιμιλιάνο Μπαρέιρο που είχε ποδοσφαιριστή στην Ιντεπεντιέντε ντε Βάλε, σε ένα από τα λίγα «θερμά επεισόδια» που πρωταγωνίστησε. Λίγο αργότερα και ενώ ο Σούρερ είχε φύγει από την ομάδα ο παλαίμαχος πλέον φορ το διέψευσε. «Είχαμε μία έντονη συζήτηση, αλλά δεν πήγε πέρα από αυτό», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Σε «καθαρά» αγωνιστικό/τακτικό επίπεδο τώρα φαίνεται πως προτιμά σύστημα 4-4-2 και 4-3-3, αφού ως επί το πλείστων αυτά χρησιμοποιεί. Οι ομάδες του, ανεξαρτήτως αν λογίζονται στις «δυνατές» ή όχι της λίγκας που συμμετέχουν, διατηρούν επαφή με τα αντίπαλα δίχτυα και μόλις στα 59 από τα 256 παιχνίδια που έχει κοουτσάρει τις είδε να μένουν «άσφαιρες».
Την ίδια στιγμή δίνει βαρύτητα στη φυσική κατάσταση, ενώ προκύπτει και μία λεπτομέρεια σε ότι αφορά το τιμ του. Καταρχάς το ότι θα έχει μαζί τρεις δικούς του συνεργάτες αποτυπώνει ανάγλυφα πως στο Emileon πιστεύουν αρκετά και θέλουν να στηρίξουν το project Σούρερ.
Στην προκειμένη περίπτωση προβάλει κομβικό ότι στο πλευρό του θα βρίσκεται μια άκρως δοκιμασμένη λύση, ο Αλεξ Κάσερες. Επί σειρά ετών άμεσος συνεργάτης του Ερνέστο Βαλβέρδε στον Ολυμπιακό και με πετυχημένη πορεία στην Ομόνοια, ο Ουρουγουανός εκτός από γνώστης της ελληνικής πραγματικότητας ξέρει και τη γλώσσα μας, κάτι που θα τον βοηθήσει ώστε να εγκλιματιστεί ακόμη πιο γρήγορα. Μάλιστα στο «Νησί της Αφροδίτης» ασχολήθηκε ενδελεχώς (και) με τις ακαδημίες, κάτι πολύ σημαντικό.
Την ίδια στιγμή οι Γκουστάβο Ζουμπέλδια και Χουάν Μανουέλ Ζουμπέλδια, αδέρφια, γυμναστής και βοηθός προπονητή/αναλυτής αντίστοιχα που επίσης τον πλαισιώνουν, είναι μαζί για πάνω από έξι χρόνια μαζί του και έχουν «δέσει» ως «ομάδα».
Ακρως ενημερωμένος για τον Παναιτωλικό, πριν επέλθει η οριστική συμφωνία υπήρξαν αρκετές τηλεδιασκέψεις μεταξύ εκείνου και των στελεχών του club, όπου όχι μόνο ανέλυσε το πλάνο του αλλά και φυσικά του μεταφέρθηκαν τα «θέλω» των «κυανοκίτρινων», αλλά και παρουσιάστηκε γνώστης των «κυανοκίτρινων» πεπραγμένων. Με την πάροδο του χρόνου παρατηρήθηκε εκατέρωθεν ταύτιση απόψεων και έτσι φτάσαμε στο deal.
Γιώργος Ντυμένος- gazzetta.gr
This website uses cookies.
Read More