Στέλιος Σφακιανάκης, ένα βασικότατο «γρανάζι» της ομάδας του Χάβου κι ένας εκ των πρωταγωνιστών των play-offs ανόδου της σεζόν 12′-13′.
Γεννήθηκε στο Χάγκεν της Γερμανίας στις 19 Μαρτίου του 1976, αλλά τα πρώτα του ποδοσφαιρικά βήματα έγιναν στην Ελλάδα.
Συγκεκριμένα, ξεκίνησε από μικρός στην «Ακαδημία Καβάλα». Μετέπειτα έπαιξε στη Δ’ Εθνική με το «Παγγαίο ’90» και ο «Α.Ο. Καβάλας» διέκρινε το ταλέντο του και το 1994 τον ενέταξε στο ρόστερ του, δίνοντας του την ευκαιρία να αγωνιστεί στην Α’ Εθνική.
Στους «Αργοναύτες» έμεινε για 2,5 σεζόν, «γεύτηκε» την απογοήτευση του υποβιβασμού αλλά και τη χαρά της ανόδου και πέτυχε 10 γκολ σε 53 συμμετοχές. Τον Ιανουάριο του 1997 έρχεται η μεγάλη πρόταση από τον Oλυμπιακό!
Προσωπική επιλογή του Ντούσαν Μπάγεβιτς, ο Στέλιος αλλάζει επίπεδο αλλά και… θέση.
Όπως έχει δηλώσει ο ίδιος σε παλαιότερη συνέντευξη, στην Καβάλα αγωνιζόταν σε διάφορες θέσεις της επίθεσης ( δεύτερος φορ, 10ρι, εξτρέμ) αλλά ο «Ντούσκο» τον μετέφερε στην κεντρική γραμμή.
Στους ερυθρόλευκους δεν κατάφερε να καθιερωθεί. Λίγο οι συγκυρίες, λίγο οι τραυματισμοί, λίγο ο μεγάλος ανταγωνισμός τον οδήγησαν στην «έξοδο» μετά από 21 συμμετοχές και 3 γκολ σε 3,5 χρόνια παρουσίας. Στα χρόνια αυτά, βέβαια, κατέκτησε 4 πρωταθλήματα κι 1 κύπελλο Ελλάδας.
Τα επόμενα 4 ποδοσφαιρικά του χρόνια θα τα περάσει στην Ξάνθη, «γράφοντας» 72 συμμετοχές και 3 γκολ. Τη σεζόν 04′-05′ κάνει ένα σύντομο πέρασμα από την Κύπρο και τον Ολυμπιακό Λευκωσίας.
Η επιστροφή του στην Ελλάδα και τον Ο.Φ.Η αποτέλεσε κομβικό σημείο για τον ίδιο. Πλέον είναι πιο μεστός και ώριμος ποδοσφαιρικά, ενώ γνωρίζει και τη μετέπειτα σύζυγο του. Με τους Κρητικούς κάνει 4 εξαιρετικές χρονιές, όντας ένας σύγχρονος κεντρικός μέσος με αμυντικές αλλά και επιθετικές αρετές.
Στην κορυφαία του σεζόν (2007-2008), πετυχαίνει 8 γκολ σε 23 ματς. Συνολικά με τον «Όμιλο» συμπληρώνει 94 συμμετοχές με 17 γκολ. Ο Ο.Φ.Η. πέφτει κατηγορία και ο Στέλιος φεύγει για τον Ατρόμητο.
Η πρώτη του σεζόν στο Περιστέρι είναι αναγνωριστική, αφού βοηθάει την ομάδα του κυρίως από τον πάγκο. Παρ’όλα αυτά δουλεύει σκληρά και κερδίζει την εμπιστοσύνη του Γιώργου Δώνη.
Οι σεζόν 10′-11′ και 11′-12′ τον βρίσκουν βασικότατο, με καταπληκτική πορεία σε πρωτάθλημα ( 4η θέση το 2012) και κύπελλο ( φιναλίστ και τις 2 χρονιές).
Το καλοκαίρι του 2012 αποδεσμεύεται από τον Ατρόμητο κι έρχεται η πρόταση από το Αγρίνιο.
Στις 19 Ιουλίου, στα 36 του χρόνια, ο Στέλιος υπογράφει στον Παναιτωλικό, με την προοπτική να ηγηθεί της προσπάθειας του Τίτορμου για επιστροφή στη Super League.
Η εξέλιξη εκείνης της χρονιάς είναι λίγο-πολύ γνωστή. Η αγωνιστική εικόνα της ομάδας με τον Καραγεωργίου στον πάγκο είναι απογοητευτική. Το υλικό υπάρχει, αλλά τα αποτελέσματα είναι τραγικά. Η έλευση του Χάβου, αλλάζει την κατάσταση και η ομάδα οδηγείται στην άνοδο μέσω των συναρπαστικών μπαράζ.
Ο Σφακιανάκης είναι βασικό και αναντικατάστατο μέλος της ομάδας τόσο στα κακά (περίοδος Καραγεωργίου) όσο και στα καλά (περίοδος Χάβου) . Δεν βγαίνει ποτέ από την ενδεκάδα, καταγράφει 37 συμμετοχές και σκοράρει 3 φορές: μια με το Φωκικό στην κανονική διάρκεια και 2 στα μπαράζ ( στη νίκη επί του Βόλου στο Αγρίνιο και στην ήττα από τον Ηρακλή στο Καυταντζόγλειο).
Η σεζόν της επανόδου του Παναιτωλικού στη μεγάλη κατηγορία ήταν και η τελευταία του Στέλιου ως ποδοσφαιριστή.
Η καριέρα του θα τελειώσει, λοιπόν, στο Αγρίνιο τη σεζόν 2013-2014, με τον Καβαλιώτη χαφ να κάνει άλλη μια γεμάτη σεζόν παρά την… περασμένη του ηλικία. Αγωνίζεται σε 25 παιχνίδια (στα περισσότερα ως βασικός) και είναι από τις «κολόνες» της μεσαίας γραμμής μαζί με τον έτερο… «γηραιό», τον Τζούνιορ.
Η σταθερή του απόδοση ενέπνεε σιγουριά και συνέβαλε τα μέγιστα ώστε ο Παναιτωλικός να μείνει άνετα στην κατηγορία, πετυχαίνοντας σημαντικές νίκες απέναντι σε «μεγάλους» αντιπάλους. Η τελευταία του αγωνιστική παρουσία σημειώθηκε στο τελευταίο ματς του πρωταθλήματος με τον Ο.Φ.Η στο «κλουβί».
Στο 65′ αντικαταστάθηκε κι ένα ολόκληρο γήπεδο σηκώθηκε να χειροκροτήσει έναν από τους πιο μαχητικούς χαφ που πέρασαν από το Αγρίνιο και τίμησαν με την παθιασμένη παρουσία τους την ομάδα…
Tην εν γένει αγωνιστική του παρουσία. Ένας σκληροτράχηλος μέσος, αποτελεσματικότατος στα αμυντικά του καθήκοντα, με επιθετικές αρετές και σίγουρες μεταβιβάσεις παράλληλα. Έδινε όλο του το «είναι» μέσα στο γήπεδο και «ίδρωνε» πέρα ως πέρα τη φανέλα. Χαρακτηριστικό ότι μέχρι τα 38 του χρόνια αγωνίστηκε σε φουλ ρυθμούς. Η αγωνιστική του «τιμιότητα» δεν αναγνωρίστηκε μόνο στο Αγρίνιο, όπου όπως είχε δηλώσει «έβγαινες έξω και μια πόλη σε σήκωνε στα χέρια!». Τόσο στο Ηράκλειο, όσο και στο Περιστέρι ήταν από τα πιο αγαπητά παιδιά της εξέδρας.
Το γκολ και τον έξαλλο πανηγυρισμό με τον κόσμο του Αγρινίου απέναντι στον Ολυμπιακό Βόλου στα μπαράζ ανόδου. Η καρφωτή κεφαλιά του στο 40′ διπλασίασε τα τέρματα της ομάδας, «καθαρίζοντας» εν πολλοίς την υπόθεση νίκη. Μια νίκη που αποδείχθηκε καθοριστική για την άνοδο στη Super League.
Το ιδιαίτερο και… «αλήτικο» στυλ. Μακρύ μαλλί, μουσάκι και ασίγαστο πάθος για το ποδόσφαιρο είναι στοιχεία που παραπέμπουν σε ποδοσφαιριστή άλλων εποχών. Δε θεωρείται άδικα μια από τις πιο χαρακτηριστικές μορφές των ελληνικών γηπέδων.