Από τον Βασίλη Σταρακά, παλαίμαχο ποδοσφαιριστή του Παναιτωλικού.
Τη σεζόν 1962-63 η Β’ Εθνική ξεκίνησε σε ομίλους, 2 στον Βορρά και 2 στον Νότο. Ο Παναιτωλικός ήταν στον Α’ όμιλο του Νότου που είχε 15 ομάδες. Τα πιο μακρινά εκτός έδρας παιγνίδια τη χρονιά αυτή ήταν στη Ρόδο με τον Ροδιακό και τον Διαγόρα και αυτό στην ακριτική Λέσβο με αντίπαλο το Άρη Μυτιλήνης.
Όλη η ταλαιπωρία του ταξιδιού για αυτούς τους τρεις αγώνες τότε, ήταν μέχρι να φτάσουμε στο αεροδρόμιο του Ελληνικού, καθώς στη συνέχεια απολαμβάναμε ένα θαυμάσιο αεροπορικό ταξίδι μέχρι τον προορισμό μας. (Οι ομάδες της Κρήτης, ΟΦΗ, Ηρόδοτος, Εργοτέλης και Κρητικός Χανίων ήταν στον 2ο όμιλο).
Εδώ κάνω μια στάση για να αναφέρω – στους νέους σε ηλικία – ότι Αγρίνιο – Ελληνικό με το άθλιο οδικό δίκτυο που υπήρχε τότε, τα ferry, τα πράσινα λεωφορεία και τη στάση για φαγητό στη Λυκοποριά Ξυλοκάστρου, το ταξίδι διαρκούσε εννέα ώρες περίπου.
Συνεχίζω όμως στο θέμα μας. Την ίδια αυτή σεζόν υπήρχε και άλλη μια ομάδα στον όμιλό μας με το όνομα ΜΙΚΡΑΣΙΑΤΙΚΗ, με έδρα ένα άλλο ακριτικό νησί μας, τη Χίο, από το οποίο οι απέναντι ακτές της Μικράς Ασίας απέχουν 3μιση ναυτικά μίλια. Μεγάλο πρόβλημα το ταξίδι αυτό, ειδικά το χειμώνα, γιατί η Χίος δεν είχε αεροπορική σύνδεση με την Αθήνα παρά μόνο ακτοπλοϊκή.
Στον πρώτο αγώνα του πρώτου γύρου που έγινε στο Αγρίνιο κερδίσαμε με 3-1. Ο νεαρός τότε Τάκης Παπαποστόλου, για τον οποίο η Αθλητική ΗΧΩ είχε ειδικό εγκωμιαστικό αφιέρωμα την επόμενη μέρα, είχε πετύχει 2 γκολ, και 1 ο Γ. Παπαδόπουλος – Γάλλος.
Δεύτερος αγώνας, τον δεύτερο γύρο μες στο καταχείμωνο 9/2/1963 στη Χίο. Σάββατο πρωί η αποστολή του Παναιτωλικού για τη Χίο ήταν καθ’ οδόν για τον αγώνα με την Μικρασιατική που θα γινόταν την επόμενη μέρα το απόγευμα. Για ένα ακόμη Σάββατο, οι μαθητές γυμνασίου Παπαποστόλου – Ντόκας – Μπάθας – Σταρακάς έκαναν «κοπάνα», αφού τα σχολεία τότε λειτουργούσαν και Σάββατο.
Εκτός από τους τέσσερις μαθητές γυμνασίου που αναφέρονται πιο πάνω, η αποστολή αποτελούταν και από τους Καλύβα, Γιαννόπουλο, Γκίκα, Δρόσο, Ζαρκαβέλη, Καμποσιώρα Γιάννη, Κουτσογιάννη, Μήτσου, Μπαρχαμπά, Νικολάου Παπαδόπουλο, Τασούλη, Τεμεκονίδη, Μπάθα Χρίστο.
Τώρα, πως περνούσε η ώρα στα πολύωρα αυτά ταξίδια; Κυριαρχούσαν βέβαια οι ποδοσφαιρικές συζητήσεις και τα προγνωστικά για τους αγώνες Α’ και Β’ Εθνικής της Κυριακής. Όλοι οι αγώνες πρωταθλήματος τότε Α’ και Β’ Εθνικής διεξάγονταν μόνο Κυριακή και μάλιστα την ίδια απογευματινή ώρα. Στο τέλος, έστω και με διαφωνίες, συμπληρώναμε – ρεφενέ – ένα ομαδικό δελτίο ΠΡΟΠΟ. Πως μοιραζόμασταν τα κέρδη; Δεν ξέρω, γιατί δεν κερδίσαμε ποτέ!
Στη διάρκεια λοιπόν του ταξιδιού κάποιοι έλυναν σταυρόλεξο, υπήρχαν όμως και κάτι ντουέτα – Γάλλος, Νικολάου – που τραγουδούσαν κάτι ρεμπέτικα, που οι περισσότερες λέξεις ήταν άγνωστες σε εμάς τους μικρότερους. Στην αποστολή υπήρχαν και αυτοί – π.χ. Καλύβας – που σε κάθε ταξίδι από το μικρόφωνο του λεωφορείου μας λέγανε καινούρια ανέκδοτα. Η μουσική και τα τραγούδια δεν έλειπαν βέβαια, γιατί τα λεωφορεία διέθεταν πικάπ με πλούσια δισκοθήκη – βινύλια 33ων στροφών.
Για τις μετακινήσεις μας είχαμε στη διάθεσή μας εναλλάξ τα λεωφορεία των ιδιοκτητών Πάνου Πρεβεζάνου και Ανδρέα Καραμπά, με οδηγούς τους ίδιους. Φανατικοί φίλαθλοι και οι δύο, για αυτό ανέχονταν και τις πολλές ιδιοτροπίες μας. Πολύ ευχάριστες ήταν επίσης οι ώρες, που ο μαέστρος Τάκης Παπαποστόλου με την κιθάρα του έστηνε πρόχειρη χορωδία.
Παράλληλα με όλα αυτά, εμείς οι νεότεροι είχαμε και δωρεάν… φροντιστήριο. Όχι βέβαια στα μαθηματικά η τη φυσική, αλλά «για να μη γίνετε φλώρια ρε!» όπως χαρακτηριστικά μας λέγανε οι κύριοι… καθηγητές Γιαννόπουλος – Μπαρχαμπάς – Καμποσιώρας. Εκείνο πάντως που έλειπε από τους σάκους των μαθητών ήταν έστω ένα σχολικό βιβλίο (άντε μετά να βγάλεις την τάξη).
Παναιτωλικός 1963. Από αριστερά: Τεμεκονίδης, Μπαρχαμπάς, Καμποσιώρας Γιάννης, Μήτσου, Δρόσος, Καλύβας, Νικολάου, Σταρακάς, Μπάθας Δ., Κουτσογιάννης, Παπαδόπουλος (Γάλλος).
Το απόγευμα φτάσαμε στο λιμάνι του Πειραιά και επιβιβαστήκαμε σε ένα τεράστιο πλοίο με το όνομα «Κολοκοτρώνης». Όλα τα μέλη της αποστολής καθίσαμε στο σαλόνι γύρω από τον Τάκη, ο οποίος με την κιθάρα του δημιούργησε μια πολύ κεφάτη και ευχάριστη ατμόσφαιρα. Στην παρέα μας προστέθηκαν και πολλοί άγνωστοι επιβάτες.
Μετά από 4-5 ώρες ταξιδιού, το οποίο διαρκούσε 15 με 16 ώρες, το πλοίο άρχισε να κουνάει αρκετά. Η εμπειρία που είχαμε εμείς τότε από θαλασσινά ταξίδια ήταν το πέρασμα Ρίο – Αντίρριο με το ferry, που πολλές φορές μας έκοβε την ανάσα, αλλά για λίγο. Εν τω μεταξύ, η θαλασσοταραχή δυνάμωνε, όπως και το κούνημα, η ατμόσφαιρα πνιγερή από τον καπνό των τσιγάρων, με αποτέλεσμα να μας δημιουργηθεί ένα έντονο αίσθημα ναυτίας.
Ο προπονητής μας – Σωτήρης Καρποδίνης – μας έστειλε στις καμπίνες μας. Ήταν πολύ ανήσυχος, γιατί όπως μας είπε η ναυτία δημιουργεί ιλίγγους και ημικρανίες, που αν παρουσιαζόταν τέτοιο περιστατικό κατά τη διάρκεια του αγώνα, δημιουργούσε μεγάλο πρόβλημα, καθώς εκείνη την εποχή δεν επιτρέπονταν καμία αλλαγή. Με δυσκολία κατεβήκαμε στις καμπίνες μας, μισοζαλισμένοι οι περισσότεροι. Στη ίδια καμπίνα μείναμε εμείς οι τέσσερις συμμαθητές που ανέφερα πιο πάνω, ο Βασίλης Μήτσου και ο Σπύρος Νικολάου – ψείρας.
Πρωινές ώρες φτάσαμε στον προορισμό μας και γρήγορα αποσυρθήκαμε στο πολυτελές ξενοδοχείο CHIOSCHANDRISμε την εκπληκτική θέα στο πέλαγος. Στην απέναντι πλευρά της θάλασσας διακρίνονταν πολύ καθαρά η τούρκικη πόλη Τσεσμές. Φτάνοντας στο ξενοδοχείο πήγαμε κατ’ ευθείαν στα κρεβάτια μας, καθώς μας έλειπε ύπνος.
Για τον αγώνα δεν έχω πολλά να πω, καθώς όπως αποδείχθηκε μόνο στο Α΄ ημίχρονο προβάλλανε κάποια αντίσταση οι γηπεδούχοι, στο οποίο προηγηθήκαμε με 1-0 με τον Χρίστο Μπάθα. Τελικά ο αγώνας έληξε 4-0, Νικολάου – Καμποσιώρας – Μπάθας Χρίστος τα γκολ.
Μετά τον αγώνα επιστρέψαμε γρήγορα γρήγορα στο πλοίο γιατί σε λίγο θα αναχωρούσε. Ούτε για μια μικρή βόλτα στην πόλη δεν υπήρχε χρόνος. Μαζευτήκαμε λοιπόν στο σαλόνι κατά παρέες και αρχίσαμε τα σχόλια για τον αγώνα. Λίγη ώρα μετά που πήγαμε στην τραπεζαρία για βραδινό φαγητό, ακούσαμε από το ράδιο την Αθλητική Κυριακή των 8 μμ. Σχόλια πάλι για τα αποτελέσματα.
Ένα γκρουπ παικτών στο Φέρρυ από την αποστολή για τον αγώνα στη Χίο
Ξαφνικά, από τα μεγάφωνα του πλοίου, ο καπετάνιος αναγγέλλει ότι θα υπάρξει καθυστέρηση στην αναχώρηση του πλοίου. Ο Τάκης Παπαποστόλου με την κιθάρα του πάλι επί το έργον. Ήρθε όμως η ώρα να πάμε για ύπνο. Από την ταλαιπωρία που είχαμε, πέσαμε σε βαθύ ύπνο και ούτε που καταλάβαμε πότε ήρθε το πρωί.
Όταν ξυπνήσαμε, πανηγυρίζαμε που είχαμε τόσο καλό ταξίδι, που όλο το βράδυ δεν καταλάβαμε τίποτα. Όταν όμως άνοιξε η πόρτα της καμπίνας και εμφανίστηκε ο Βασίλης Μήτσου, που γύριζε από καφέ, μας είπε πως δεν φύγαμε ποτέ από τη Χίο και ότι είμαστε «δεμένοι» γιατί το λιμεναρχείο έχει εκδόσει απαγορευτικό.
Δευτέρα, όλη μέρα στο πλοίο, μαζί με εκατοντάδες άλλους επιβάτες. Η έξοδος από το πλοίο απαγορεύονταν, γιατί όπως μας έλεγαν μπορεί από στιγμή σε στιγμή να επιτραπεί ο απόπλους. Δευτέρα βράδυ διανυκτέρευση στο πλοίο. Τρίτη πρωί η θάλασσα αγρίεψε πιο πολύ. Πολλά τα Μποφόρ. Ανησυχία για την καθυστέρηση από όλους τους ταξιδιώτες. Τα χρήματα του συνοδού μας συμβούλου Πάνου Αθανασόπουλου – Ιδιοκτήτης βιβλιοπωλείου επί της οδού Παπαστράτου 8 – σχεδόν τελειώσανε. Ίσα ίσα φτάσανε για να φάμε το μεσημέρι από μια σκέτη σούπα.
Το βράδυ ανακοινώνεται από τα μεγάφωνα ότι το πλοίο αναχωρεί για Πειραιά με ευθύνη του καπετάνιου. Αν μπορούσαμε όλοι οι επιβάτες να μαντέψουμε τον εφιάλτη που θα ζούσαμε σε αυτό το ταξίδι, είναι σίγουρο ότι όλοι θα συμφωνούσαμε να αναβάλλουμε την αναχώρηση για το… καλοκαίρι.
Μετά από δύο ώρες ταξιδιού ζήσαμε στην πραγματικότητα τον μύθο της επιστροφής του Οδυσσέα στην Ιθάκη. Εμείς όμως και πάρα πολλοί επιβάτες πιάσαμε άλλος τα καθίσματα άλλος τους καναπέδες του σαλονιού γιατί όρθιος ήταν αδύνατον να κυκλοφορήσεις.
Φωτογραφία από την εκδήλωση ΠΑΕ Παναιτωλικού – Ερασιτέχνη – Παλαιμάχων και Δήμου Αγρινίου για την παρουσίαση των νέων εμφανίσεων της ομάδας μας κατά την τρέχουσα σεζόν 2024-25.
Από αριστερά: Πρόεδρος Παναιτωλικού Μάκης Μπελεβώνης, Σταρακάς, Ζαρκαβέλης, Στυλιανός Μπλέτσας (Αντιπεριφερειάρχης), Ντόκας, Φώτης Κωστούλας (Ιδιοκτήτης ΠΑΕ), Γιώργος παπαναστασίου (Δήμαρχος Αγρινίου), Γιώργος Σωτηρόπουλος (Σύμβουλος ΠΑΕ), Κώστας Τάκος, Θωμάς Σπύρου (Αντιπρόεδρος ΠΑΕ).
Έβλεπες τους ταξιδιώτες να πέφτουν σαν μεθυσμένοι πάνω στα τραπέζια ή ο ένας πάνω στον άλλο. Άσε τα φλυτζάνια και τα ποτήρια από το μπαρ που κυλούσαν με κρότο από τη μια άκρη του σαλονιού στην άλλη. Δεν μπορούσες να κάνεις βήμα χωρίς να κρατιέσαι από κάπου. Εμείς στην αρχή διασκεδάζαμε με αυτές τις εικόνες που βλέπαμε μόνο στον κινηματογράφο. Σε λίγο κάποιος από το πλοίο άρχισε να μοιράζει χάρτινες σακούλες για τον εμετό. Εμείς φύγαμε όλοι για τις καμπίνες μας γιατί μας είπανε πως όταν είσαι ξαπλωμένος δεν σε πιάνει ναυτία. Δυστυχώς όμως μετά από λίγη ώρα αρχίσαμε όλοι τις «εξαγωγές».
Μεγάλη βοήθεια τις δύσκολες αυτές ώρες είχαμε από τον Σπύρο Νικολάου ο οποίος είχε υπηρετήσει 30 μήνες στον Ναυτικό και δεν ζαλιζότανε. Ο Σπύρος λοιπόν μας εφοδίαζε συνεχώς με χάρτινες σακούλες και παράλληλα μας έκανε κουράγιο.
Εκτός όμως από το συνεχές κούνημα που μας είχε φτάσει στα όρια της ημικρανίας, κατά διαστήματα ακούγονταν ένας φρικτός ήχος από ένα τρίξιμο που έκανε το καράβι, λες και θα διαλύονταν, το οποίο μας τρόμαζε πάρα πολύ. Μερικοί μέχρι και τάμα κάνανε στην Αγιά Ελεούσα για την ασφαλή επιστροφή τους. Κάποια στιγμή, ο κακοδιάθετος Λαλάκης Ντόκας που είχε χάσει την αίσθηση της ισορροπίας και ήταν μόνιμα ξαπλωμένος, είπε στον Παπαποστόλου: «Ρε Τάκη παίξε κανένα πένθιμο με την κιθάρα δεν βλέπεις ότι χανόμαστε;»
Επιτέλους κατά τις 10 το επόμενο πρωί πιάσαμε λιμάνι. Ικανοποιημένοι που είμασταν ζωντανοί, άλλος με αφυδάτωση, άλλος με ίλιγγο, ντυθήκαμε βιαστικά και επιβιβαστήκαμε στο πούλμαν που μας περίμενε στην προκυμαία. Ο Τάκης Παπαποστόλου απαρηγόρητος μας έδειχνε το παντελόνι του που έπλεε πάνω του, και με πίκρα μας έλεγε συνέχεια: «Θα στενοχωρηθούν πάρα πολύ οι γονείς μου που αδυνάτισα τόσο πολύ. Αισθάνομαι μεγάλη αδυναμία. Κοιτάξτε πόσα κιλά έχασα μέσα σε 5 ημέρες!».
Τη στιγμή εκείνη καταφθάνει ένας καμαρότος, ο οποίος μπαίνει βιαστικά στο πούλμαν, ζητάει τον Παπαποστόλου και του αναγγέλλει να πάει γρήγορα στην καμπίνα γιατί τον θέλει ο Βασίλης Μήτσου. Σε λίγο ήρθαν χαμογελαστοί και οι δύο, και το πούλμαν αναχώρησε για το Αγρίνιο. Με αυτά που μας είπαν και οι δύο ξεκαρδιστήκαμε στα γέλια.
Ο Τάκης, μισοζαλισμένος όπως ήταν, φόρεσε το παντελόνι του Βασίλη που είχε ακριβώς το ίδιο χρώμα με το δικό του. Ο Τάκης είχε «κυπαρισένιο» κορμί σε αντίθεση με τον κατά 10 χρόνια μεγαλύτερο Βασίλη, ο οποίος είχε κάποια παραπανίσια κιλά στη μέση. Έτσι λοιπόν εξηγήθηκε και το απότομο αδυνάτισμα του Τάκη, του οποίου το ηθικό μετά την λύση της παρεξήγησης ανέβηκε στα ύψη.
Φτάνοντας στο Αγρίνιο, το τι γκρίνια είχα από τη μάνα μου δεν λέγεται. «Πάει η χρονιά», έλεγε και ξανάλεγε. 20 απουσίες πήρες όλες αυτές τις μέρες που έλειπες. Σταμάτα την μπάλα, δεν πρόκειται να σου δώσει να φας. Ο αντίλογος ήταν: Ρε μάνα – ο πατέρας μου ήταν σύμμαχός μου – έχω και εγώ ένα χόμπυ γιατί να το παρατήσω; Δεν σου αρέσει που γυμνάζομαι, που δεν καπνίζω ούτε ξενυχτάω; Δεν ξέρεις ότι οι αρχαίοι Έλληνες έλεγαν «νους υγιής εν σώματι υγιή»;
Και η μάνα απαντούσε: «Τι βλακείες μου τσαμπουνάς τώρα; Εγώ ξέρω πως με τους βαθμούς που πήρες στο Α’ εξάμηνο είναι αδύνατον να περάσεις την τάξη, αν και κινδυνεύεις να κοπείς και από τις απουσίες έτσι και αλλιώς».
«Μάνα», ξαναέλεγα εγώ, «δεν βλέπεις ότι κάθε μέρα έχω πότε 5 πότε 6 ώρες μάθημα και τα απογεύματα προπονήσεις; Μετά να μην κάνω ένα πέρασμα από τα σφαιριστήρια του Κανατά για ένα πινγκ πονγκ; Τώρα που φόρεσα μακριά παντελόνια, καιρός δεν είναι να κάνω και εγώ καμμιά 30ρια ανεβοκατεβάσματα στο νυφοπάζαρο της Παπαστράτου;
Όπως ξέρεις βρε μάνα τα Σαββατοκύριακα είμαι κλεισμένος σε ένα ξενοδοχείο, ανάλογα που έχει αγώνα η ομάδα, εντός η εκτός έδρας και γι’ αυτό πηγαίνω 2 -3 φορές την εβδομάδα στον κινηματογράφο για χαλάρωμα. Έπειτα όλοι οι φίλοι μου τα βραδάκια πηγαίνουν στο Πάρκο για να ακούσουν από το ηλεκτρόφωνο τα νέα τραγούδια, εγώ γίνεται να μην πάω;».
Σε έξαλλη κατάσταση η μάνα μου που η φωνή της ακούγονταν σε όλη τη γειτονιά, επαναλάμβανε συνεχώς: «Εμένα με ενδιαφέρει μόνο το σχολείο και δεν σε βλέπω να ανοίγεις εκείνα τα ρημάδια τα βιβλία. Τα βράδια πέφτεις για ύπνο αποκαμωμένος. Στο ξαναλέω, πρώτα το σχολείο και μετά όλα τα άλλα».
«Δίκιο έχεις βρε μάνα», απαντούσα, «αλλά και εγώ ποιος είμαι να τα προλάβω όλα; Ο Βέγγος;».
Βασίλης Σταρακάς, Παλαίμαχος ποδοσφαιριστής Παναιτωλικού